Η Νεφέλη Μαϊστράλη υπήρξε ένα παιδί που αγαπούσε τις λέξεις και τους τρόπους που μπορούν να συνδυαστούν για να πουν την αλήθεια. Από τότε μέχρι σήμερα, σε κάθε της βήμα, κουβαλάει μαζί της τον παλμό του κόσμου που ζει. Ηθοποιός και δραματουργός, με μια βαθιά, καθαρή κι ευαίσθητη κοινωνική φωνή, που δε φοβάται να μιλήσει για όλα αυτά που μας καίνε. Στη συνέντευξη, συζητήσαμε για τις διαδρομές που έχει διανύσει, όχι μόνο πάνω στη σκηνή, αλλά και μέσα στους ανθρώπους. Μιλήσαμε για τις πηγές της έμπνευσής της, τα όμορφα πράγματα, πάνω στα οποία δουλεύει, και για τη φλόγα της ελπίδας που παραμένει ζωντανή.
Νεφέλη, τι ήταν αυτό που σε οδήγησε αρχικά προς την υποκριτική και πότε ένιωσες ότι θέλεις πραγματικά να την ακολουθήσεις ως πορεία;
Ως παιδί, είχα τάση στη λογοτεχνία, τη γραφή. Μου άρεσαν τα αρχαία ελληνικά. Είχα κλίση σε αυτό. Μου άρεσε, επίσης, το θέατρο και παρακολουθούσα συχνά παραστάσεις, αλλά δεν ήμουν το παιδί που «ήθελε να γίνει ηθοποιός». Δεν είχε περάσει από τον νου μου. Μετά το λύκειο, πέρασα στη Νομική, αλλά χρειαζόμουν κάτι που θα ταίριαζε και στην λογοτεχνική αναζήτηση που είχα. Να πω εδώ ότι η πρώτη μου δουλειά, στα 18, ήταν ταξιθέτρια. Ήθελα έντονα αυτό που θα ενίσχυε την ανάγκη μου για την ποίηση, τη λογοτεχνία, τη μουσική (έκανα από μικρή μουσική). Κι έτσι, έδωσα εξετάσεις στο Ωδείο Αθηνών, όπου και πέρασα. Αλλά συνέχιζα να μην έχω στον νου μου να γίνω ηθοποιός. Περισσότερο το είχα στο μυαλό μου ως σπουδή. Το ένα όμως έφερε το άλλο. Στη σχολή, μου άρεσε όλο και πιο πολύ η ιστορία με το θέατρο. Και το παντρεύτηκα. Ήταν ανάγκη μαζί με συγκυρίες. Έτσι πήγε.
Πόσα χρόνια δηλαδή μετράς από τότε μέχρι σήμερα;
Είμαι 37, μπήκα στη σχολή στα 19, οπότε μέτρα! (γέλια). Ενεργά, έχω ένσημα ηθοποιού από το 2011.
Το λέω περισσότερο για να θυμηθείς τι σε έχει καθορίσει όλα αυτά τα χρόνια.
Με έχει καθορίσει σίγουρα η ομάδα 4frontal, που φτιάξαμε όλο το έτος μαζί βγαίνοντας από τη σχολή. Χάρη σε αυτή την ομάδα, που υπάρχει μέχρι σήμερα, έχω καταφέρει να κάνω τα δικά μου βήματα στον χώρο. Τα πρώτα μου κείμενα ανέβηκαν στο θέατρο με αυτή την ομάδα, οι άνθρωποι που γνώρισα συνεχίζουν να είναι σύντροφοι, φίλοι, συνοδοιπόροι σε όλα τα επίπεδα. Οπότε 4frontal σίγουρα είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο. Τη μεγαλύτερη ευκαιρία, σε αυτή τη δουλειά, μού την έδωσε η Λένα Κιτσοπούλου στην «Κοκκινοσκουφίτσα» στη Στέγη Γραμμάτων.
Μου έδωσε χώρο θεατρικά, που την ευγνωμονώ γι ‘αυτό. Ήταν πολύ γαλαντόμα στον τρόπο που δουλέψαμε. Φυσικά, είναι πολλές οι συνεργασίες που θυμάμαι. Τώρα αναφέρω κάποιες ενδεικτικά. Ο Θανάσης Ζερίτης, μέλος της 4frontal, μόνιμος συνεργάτης μου. Με έχει πιστέψει από την πρώτη στιγμή, σκηνοθετώντας τα έργα μου. Ο Θανάσης πίστεψε πολύ στο πρώτο μου έργο, πριν από εμένα. Μου είπε επιτακτικά «Θέλω να ανεβάσω τους ‘’Αριστερόχειρες’’. Το θέλω.» Μέχρι τότε, η ενασχόλησή μου με τα κείμενα ήταν κάπως περιφερειακή. Δηλαδή, διάφορες διασκευές, δοκιμές, πολλές δοκιμές. Όμως το θάρρος για να γράψω το δικό μου έργο το πήρα από ένα σεμινάριο στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, στις αρχές της Καραντίνας. Οπότε και εμπνεύστηκα τους «Αριστερόχειρες» ολοκληρώνοντάς τους κιόλας. Αλλά πάλι δεν είχα στο μυαλό μου ότι θα γίνουν παράσταση. Ωστόσο, ο Θανάσης μου είπε ότι θέλει πάρα πολύ να τους ανεβάσει και λειτούργησε πολύ αυτό. Στην αρχή, υπάρχει πάντα η ανασφάλεια.
Τι είναι αυτό που σε εμπνέει στο γράψιμο;
Με εμπνέει η αληθινή ζωή, με ερεθίζει η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα και κυρίως η πολιτική. Πιστεύω στο πολιτικό θέατρο. Στον Μπρεχτ, που έχω μελετήσει κι ακολουθήσει πολύ στα γραψίματά μου. Προσπαθώ πάντα να κωδικοποιώ τα γραπτά του. Ο Μπρεχτ με έχει εμπνεύσει να γράψω. Με συγκινεί το πολιτικό θέατρο. Θέλω να μιλώ για όσα συμβαίνουν και πονάνε τους ανθρώπους. Γι’ αυτά που δεν μπορούν να ειπωθούν, αλλά θέλω πολύ να τα πούμε. Εμπνέομαι πολύ από τη ζωή γιατί πιστεύω πολύ στη ζωή. Είναι η πιο ενδιαφέρουσα δεξαμενή και η πιο παράδοξη. Είναι γεμάτη από αλλόκοτες καταστάσεις, αλλά αν ακούς καλά και παρατηρείς… Εγώ –δεν λέω ότι το κάνω καλά- προσπαθώ να ακούω, να διαβάζω, να βλέπω τι γίνεται. Παρακολουθώντας τη ζωή, και το ιστορικό παρελθόν, αλλά και το σύγχρονο κομμάτι, αντιλαμβάνεσαι ότι μπορείς να έχεις απανωτές εμπνεύσεις.
Το καταλαβαίνω. Κι αυτό που λες μπορώ να το συνδέσω με την επόμενη ερώτηση. Στο αφιέρωμα του ΚΚΕ για τον Μίκη Θεοδωράκη, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του, σε ακούμε να διαβάζεις: «να κρατήσουμε αναμμένη τη φλόγα της ελπίδας και γι’ αυτό έπρεπε να χτυπάμε το κακό στη ρίζα του». Σήμερα, πώς νιώθεις ότι καίει αυτή η φλόγα; Ξέρουμε ποιο είναι το κακό;
Θέλω να πιστεύω ότι είναι αναμμένη γιατί υπάρχει μεγάλη ανάγκη να είναι. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που γενικεύουν, ούτε που θέλουν να στέκονται απαισιόδοξα απέναντι σε ένα παρόν, που δεν επιφυλάσσει τίποτα. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό γιατί είμαι 37 και θα ήταν μια καταδίκη για όλους μας. Πιστεύω ότι υπάρχουν πυρήνες, που προσπαθούν να κρατούν τη φλόγα αναμμένη. Με τον αγώνα της ψυχής τους οι περισσότεροι άνθρωποι. Ζούμε σε ένα ακραίο μετα- καπιταλιστικό σύμπαν, που οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και η ανέχεια αρχίζει να συσσωρεύεται. Η Ελλάδα ζει, αυτή τη στιγμή, την παραδοξότητα ενός βασικού μισθού τάδε και μιας ακρίβειας τάδε. Αυτά δεν πάνε μαζί. Θα δούμε πολύ σύντομα τις ανισότητες να μεγεθύνονται. Άρα είναι αναγκαίο η φλόγα να είναι αναμμένη για να παλέψουμε συλλογικά αυτό που μας συμβαίνει. Ένα οικονομικό σύστημα, που έχει φτάσει τον πλανήτη και τη φύση εδώ που την έχει φτάσει, αδυνατεί πλέον να κρύψει τις αντιφάσεις του.
Ναι, βρισκόμαστε σε οριακό σημείο.
Ακριβώς. Οπότε κάτι μοιραία πρέπει να αλλάξει. Δεν έχεις να προτείνεις κάτι άλλο, παρά μόνο την αλλαγή. Μόνο την επανάσταση.

Σωστά. Στην παράσταση «Σπυριδούλες», που με συγκίνησε βαθιά, ξεχώρισα τη φράση: «Τι λόγο έχει ο θεός σ’ αυτόν τον κόσμο;». Υπάρχει άραγε τρόπος η αδικία να εξαφανιστεί ποτέ;
Θέλω να πιστεύω ότι μπορούμε να ζήσουμε χωρίς την αδικία. Δε νομίζω ότι ο άνθρωπος είναι φύσει άδικος ή φύσει κακός. Οι άνθρωποι είμαστε ζωάκια. Γινόμαστε κακοί, όταν πειράζουν τους ανθρώπους μας, όταν δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε. Κι όταν λέω κακοί, εννοώ ότι διεκδικούμε μια αυθυπαρξία. Δεν αναφέρομαι σε παθολογικές περιπτώσεις κακίας. Ποτέ δεν πίστεψα ότι ο άνθρωπος γεννιέται κακός. Γεννιέται εν δυνάμει σε όλα. Το σύστημα μας βάζει στις ανάλογες διαδικασίες.
Με τι ασχολείσαι αυτήν την περίοδο;
Αυτή την περίοδο, κάνω πρόβες στην «Αθανασία». Σκηνοθέτης είναι ο Θανάσης Ζερίτης και η πρεμιέρα θα γίνει τον Ιανουάριο στο θέατρο Βασιλάκου. Το έργο είναι εμπνευσμένο από την Αγία Αθανασία του Αιγάλεω και το «θαυματουργό νερό» του Καματερού. Ουσιαστικά μελετώ την εμπορευματοποίηση της πίστης πιάνοντας το νήμα από τις «Σπυριδούλες». Με αφορά πολύ η κριτική στο κομμάτι της εκμετάλλευσης της πίστης.

Συνεχίζουν οι «Σπυριδούλες» και ο «Ήλιος με δόντια», στο οποίο έχω κάνει τη διασκευή. Επίσης, είμαι συνυπεύθυνη με τον Ακύλλα Καραζήση στο καινούριο πόνημα του Εθνικού Θεάτρου, την Πειραματική Σκηνή υπό τη διεύθυνση της Αργυρώς Χιώτη και της Ιώς Βουλγαράκη. Προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα πεδίο καλλιτεχνικής συνύπαρξης με ένα σύνολο ηθοποιών, με μια ανοιχτή πρόβα κάθε Τετάρτη και Πέμπτη που «τρέχει», δοκιμάζοντας θεατρικά υλικά παρουσία κοινού. Δίνοντας το δικαίωμα στον εαυτό μας να δοκιμάζει χωρίς τους νόμους της αγοράς. Και κάθε Παρασκευή με Κυριακή, γίνονται παραστάσεις από έξι καλλιτέχνες, οι οποίοι κάθε μήνα αλλάζουν. Παραστάσεις μιας ώρας, που ονομάζουμε «σκίτσα». Οι καλλιτέχνες κάνουν έναν μήνα πρόβες με το σύνολο κι έναν μήνα παρουσιάζουν. Μικρός χρόνος δοκιμής, συνύπαρξη, παραγωγή υλικού.
Πολύ ενδιαφέρον.
Ναι! Είναι πολύ γόνιμη και η συνεργασία με τον Ακύλλα, που για μένα είναι ένας ποιητής. Είναι καλλιτέχνης, που έχεις να πάρεις πολλά από αυτόν.
Ποιο καλλιτεχνικό όνειρο δεν έχεις ακόμα υλοποιήσει και θέλεις να δεις να γίνεται;
Πάντα είμαι και θα είμαι μέσα σε μια ομάδα. Δεν έχω αισθανθεί ότι θα κάνω κάτι ακόμη για να ολοκληρωθώ. Μακάρι να έχω τη διαύγεια, τους φίλους και τους συντρόφους μου, να εμπνεόμαστε και όλο αυτό να πηγαίνει στο διηνεκές. Μέχρι να τελειώσει αυτός ο βίος. Μ’ αρέσει το πεδίο της τηλεόρασης, που το δοκίμασα πέρσι. Θέλω, επίσης, πολύ να γράψω σινεμά. Θέλω να το δοκιμάσω. Στη γραφή, νομίζω ότι ακόμη είμαι βρέφος. Βήμα, βήμα.
Ναι, φυσικά. Δεν το είπα υπό το πρίσμα της ολοκλήρωσης.
Θέλω πολύ μέσα από τα κείμενά μου να γεννιούνται ερωτήματα στον κόσμο. Να υπάρχει ένα νόημα.
Να λες την αλήθεια. Το αν αρέσει ή όχι είναι άλλο θέμα. Νεφέλη, σε ευχαριστώ πάρα πολύ γι’ αυτή τη συζήτηση.
Κι εγώ σε ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου.
