
Από το πρωί μέχρι το βράδυ, σχεδόν καθημερινά, για όλους μας, προκύπτουν ερωτήματα, συλλέγονται εικόνες, ψευδαισθήσεις και (α)βεβαιότητες. Αυτό, εξάλλου, δεν λέγεται «ζωή»; Με ποιες σκέψεις πορευόμαστε, πόσο αυτόνομοι είμαστε και πόσο δέσμιοι της εύκολης λύσης; Αν η συζήτησή μου με την ψυχολόγο Χριστίνα Ματσατσίνη Υφαντή ήταν απλώς μια εικόνα χωρίς ήχο, αυτή θα ήταν «δύο άνθρωποι που συζητούν, κοιτώντας προς έναν ιαματικό ορίζοντα».
Αρχικά, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας την φράση «Η επιδημία της μοναξιάς», όπως λέγεται κι αναλύεται σε διάφορες κοιτίδες, στις μεγάλες πόλεις. Είναι μία επιδημία αποκλειστικά ανθρώπινο δημιούργημα, πιστεύετε;
Η αλήθεια είναι ότι παρατηρούμε ότι οι άνθρωποι τείνουν να νιώθουν όλο και πιο μόνοι. Μόνοι είτε κοινωνικά, με την έννοια του περιορισμού των συναναστροφών τους, είτε συναισθηματικά με την έννοια της απουσίας ουσιαστικής επικοινωνίας και σύνδεσης με τους γύρω τους. Το ότι αναλύουμε όλο αυτό ως επιδημία, δηλαδή ως μία απότομη αύξηση κι εξάπλωση του αισθήματος της μοναξιάς, ίσως είναι αποτέλεσμα τόσο του ότι το αντιλαμβανόμαστε και το επικοινωνούμε περισσότερο όσο και της επίδρασης των σύγχρονων ρυθμών ζωής. Δηλαδή, αφενός οι άνθρωποι τείνουν πλέον να αντιλαμβάνονται και να εκφράζουν περισσότερο την μοναξιά, ενώ παλαιότερα μπορεί να υπήρχε μία ενοχοποίηση, ακόμα και άγνοια, αυτής της συνειδητοποίησης, κι αφετέρου ο σύγχρονος ρυθμός ζωής, με τις αυξημένες ώρες εργασίας, την εστίαση στην ατομικότητα και όχι την συλλογικότητα, τις μεγάλες αποστάσεις και την επικέντρωση στο «κάνω» και όχι στο «είμαι», σίγουρα επιδεινώνει και τροφοδοτεί αυτό το συναίσθημα.
Γιατί όλοι συγκινούμαστε από μία φυγή προς κάτι πιο απλό, πιο συγκεντρωμένο, πιο ανθρώπινο; Ωστόσο, δύσκολα οι άνθρωποι εγκαταλείπουν μια συνήθεια, μια πόλη, όπως η Αθήνα, ένα επάγγελμα που δεν τους εκφράζει πια.
Ξέρουμε από την επιστήμη της ψυχολογίας ότι οι ανθρώπινες ανάγκες κατηγοριοποιούνται σε μία πυραμίδα, η οποία στην βάση της ξεκινάει από τις βιολογικές και απαραίτητες για την επιβίωση και καταλήγει στην αυτοπραγμάτωση–ολοκλήρωση (πυραμίδα Maslow). Ο πιο απλός τρόπος ζωής μας συγκινεί, γιατί μας γυρνάει στην βάση της πυραμίδας και μας φέρνει σε επαφή με τις πιο βασικές ανθρώπινες ανάγκες, τις οποίες τείνουμε πολλές φορές να παραμελούμε στην καθημερινότητα. Ως προς το ερώτημα γιατί δεν επιλέγουμε αυτή την αλλαγή και την επιστροφή στην πιο απλή ζωή, η απάντηση είναι σε μεγάλο βαθμό βιολογική: ο ανθρώπινος εγκέφαλος προσπαθεί να διατηρήσει την ομοιόσταση του καταναλώνοντας όσο το δυνατόν λιγότερη ενέργεια∙ τα «μονοπάτια» που ξέρει και που έχει συνηθίσει, αυτά εμπιστεύεται και προσπαθεί να διαιωνίζει, γιατί αυτά θεωρεί πιο εύκολα, πιο ασφαλή και πιο γρήγορα. Η συνήθεια δηλαδή, δημιουργεί ένα comfort zone που μας δίνει μία ψευδαίσθηση ασφάλειας. Προτιμάμε να διατηρούμε μία όχι και τόσο ικανοποιητική καθημερινότητα, παρά να αναλάβουμε το ρίσκο της αλλαγής. Ο εγκέφαλός μας θέλει ξεβόλεμα, και ακριβώς αυτό είναι που ενισχύει η ψυχοθεραπεία.
Διάβασα ότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες είναι βαθύτατα εθισμένοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και το ένα φέρει το άλλο φυσικά. Όταν φυσικά ένας τέτοιος εθισμός ισχυροποιείται από την παιδική ηλικία.
Οι περισσότεροι από εμάς, ήδη από μικρές ηλικίες, πράγματι αναζητούμε διέξοδο από όλη αυτή την μοναξιά στα socia lmedia επιζητώντας έναν εύκολο τρόπο επαφής. Μπορεί τα social media να ανακουφίζουν πρόσκαιρα αυτό το συναίσθημα μοναξιάς, αλλά ίσως μακροπρόθεσμα το εντείνουν. Απάντηση σε αυτό φυσικά δεν είναι η δαιμονοποίηση της χρήσης των social media μη συμβαδίζοντας με την εποχή, αλλά η υπενθύμιση και άλλων πιο ουσιαστικών τρόπων σύνδεσης, επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης.
Ποιες είναι οι πιθανές παγίδες όλου αυτού του εικονικού κόσμου, όταν εισάγεσαι σε αυτόν τόσο νωρίς;
Μερικές από τις πιο άμεσες παγίδες που μπορεί να προκύψουν από την αλόγιστη χρήση των social media, και ειδικά σε πιο μικρές ηλικίες, είναι η δημιουργία μη ρεαλιστικών προτύπων τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε μία αίσθηση κατωτερότητας, η μη ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και η πρόσβαση σε εικόνες και ερεθίσματα μη διαχειρίσιμα από τον παιδικό εγκέφαλο και την παιδική ψυχοσύνθεση. Επίσης, είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε τις επιδράσεις της οθόνης σε νευροβιολογικό επίπεδο, όπως την μη ορθή ανάπτυξη του εγκεφάλου στις πολύ μικρές ηλικίες, τον εθισμό στα υψηλά επίπεδα ντοπαμίνης και την αύξηση της διάσπασης της προσοχής. Η απάντηση σε όλα αυτά δεν είναι η απαγόρευση αλλά η χρήση των social media με μέτρο και με καθοδήγηση από τους γονείς, καθώς αυτά μπορούν να επιδράσουν και θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού προσφέροντάς του πρόσβαση στην γνώση, επαφή με συνομηλίκους και ψυχαγωγία.
Συγκρίνοντας διαχρονικά, βλέπετε ότι η ευελιξία, που ίσως είναι ένα όπλο ισορροπίας για τον άνθρωπο, θέλει κόπο για να κατακτηθεί σήμερα;
Πάντα ήθελε κόπο για να κατακτηθεί η ευελιξία. Όπως είπαμε, η φυσική τάση του εγκεφάλου είναι να μένει στα ίδια. Για αυτό και η προσαρμοστικότητα και η ευελιξία είναι μίας μορφής ευφυΐα. Όσο περισσότερο βγαίνουμε από το comfort zone μας σε μικρά καθημερινά πράγματα, τόσο πιο εύκολο είναι να προπονήσουμε αυτήν την προσαρμοστικότητα η οποία, όπως είπαμε, είναι αυτή που δεν μας καθιστά δέσμιους της συνήθειας και μας ωθεί στο να τολμήσουμε την αλλαγή που χρειάζεται ο καθένας μας για την ισορροπία.
Αν το μάθημα ψυχολογίας είχε ενταχθεί στα σχολεία, (συνεχίστε εσείς την απόδοση της υποθετικής πρότασης).
Αν το μάθημα ψυχολογίας είχε ενταχθεί στα σχολεία, αρχικά σίγουρα η ψυχοθεραπεία δεν θα αντιμετωπιζόταν ως ταμπού, θα δημιουργούταν μία καλύτερη βάση για την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και θα καλλιεργούταν περισσότερο η αυτεπίγνωση και η ενσυναίσθηση. Σε κάθε περίπτωση όμως, πρέπει να δώσουμε σημασία στο από ποιον θα διδασκόταν, σε ποιο σύστημα και με τι σκοπό.
Ως ψυχολόγος έχετε κάπου βαρεθεί την κατάχρηση εννοιών; Ξαφνικά γύρω μας τόσοι άνθρωποι «με τόσο εξειδικευμένη γνώση». Πότε χάνεται το μέτρο;
«Ευ ζην», «αυτοφροντίδα», «κακοποίηση», «τραύμα», «τοξικότητα», είναι κάποιες από τις λέξεις που τείνουμε να ακούμε κατά κόρον και ίσως η υπερχρήση τους κινδυνεύει να αποδυναμώσει το νόημά τους. Παρότι είναι χρήσιμη η ψυχοεκπαίδευση πάνω σε τέτοιες έννοιες, δεν είναι κάθε δύσκολη εμπειρία «τραύμα», κάθε απότομη συμπεριφορά «τοξικότητα» και «αυτοφροντίδα» ο εγωισμός. Είναι σημαντικό να προσέχουμε τι ακούμε κι από πού, όπως επίσης και να μπορούμε να διαχωρίσουμε αυτό που λέμε «απλή και εκλαϊκευμένη ψυχολογία» από την πραγματική επιστήμη της ψυχολογίας. Εξάλλου, ο τρόπος που μιλάμε και η χρήση τέτοιου είδους «λέξεων δυνάμεως» καθορίζουν το πώς βιώνουμε το κόσμο, αλλά και το υποσυνείδητό μας. Είναι αυτό που λέμε «η γλώσσα δημιουργεί ιδεολογία».
Πάρα πολλές κουβέντες, πάρα πολλά άρθρα ξεκινούν με προτάσεις, όπως αυτή: Η ψυχική υγεία στην μετα-covid εποχή. Τι συνέβη σε εκείνους τους, πρωτόγνωρους για τον κόσμο, πρώτους μήνες του εγκλεισμού;
Για χρόνια, θα μελετούνται οι επιδράσεις του covid και του εγκλεισμού στην ψυχική υγεία, καθώς δεν μπορούμε ακόμα να έχουμε μία σαφή εικόνα όλων των συνεπειών. Κάποιες από τις πρώτες μελέτες μιλούν για αύξηση της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας, δημιουργία και επιδείνωση του άγχους υγείας, αποξένωση από την σωματική επαφή και αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, με ό,τι αυτή συνεπάγεται. Παρόλα αυτά, υπήρχαν και εκείνοι που βίωσαν αυτήν την περίοδο ως ευκαιρία ενδοσκόπησης, παύσης και ουσιαστικής ξεκούρασης.
Εκφραζόμαστε όσο θέλουμε; Αγκαλιαζόμαστε; (Ωδή στο άγγιγμα που τείνει να εκλείψει κατά την γνώμη μου).
Στους σύγχρονους ρυθμούς ζωής που ο ελεύθερος χρόνος είναι περιορισμένος, φαίνεται να γίνεται όλο και πιο δύσκολη η έκφραση, η επικοινωνία και η σύνδεση. Τόσο η λεκτική όσο και η μη λεκτική επικοινωνία, που εκφράζεται με τη δοτικότητα, το νοιάξιμο και το άγγιγμα, πολλές φορές υποτιμώνται και ερμηνεύονται ως αδυναμία κι ευαλωτότητα. Αυτός είναι πολλές φορές και ένας από τους στόχους της ψυχοθεραπείας: η ενίσχυση της έκφρασης, η διευκόλυνση της επικοινωνίας τόσο με τον εαυτό μας όσο και με τους γύρω μας και η αποδοχή της ευαλωτότητας. Θα τολμήσω να πω ότι τρυφερότητα και εγγύτητα στην εποχή που ζούμε σημαίνουν γενναιότητα.
«Η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία». Πόσες φορές έχετε ακούσει και από θεραπευόμενους αυτή την φράση; Πού έγκειται η δύναμή της;
Η παιδική ηλικία δεν ξέρω αν είναι πατρίδα, είναι σίγουρα αφετηρία. Συχνά συναντάμε ανθρώπους που υιοθετούν τις παλιότερες θεωρίες της ψυχολογίας, σύμφωνα με τις οποίες η παιδική ηλικία είναι αυτή που καθορίζει εξ ολοκλήρου το άτομο. Αυτό που εγώ έχω να πω και αυτό που εκφράζει και η δική μου προσέγγιση είναι ότι το παρελθόν δεν καθορίζει απόλυτα το μέλλον. Είναι στο δικό μας χέρι το πώς θα επεξεργαστούμε το παρελθόν και το πόσο θα του επιτρέψουμε να μας καθορίσει. Όπως λέω και στους θεραπευόμενούς μου, δεν είμαστε το πρώτο που μας «βγαίνει», αλλά το δεύτερο. Δηλαδή δεν είμαστε υπεύθυνοι για τις αντανακλαστικές, αυτόματες αντιδράσεις και σκέψεις που αναδύονται από το υποσυνείδητό μας, αλλά για το πως αυτές τις χειριζόμαστε και τι αντισταθμιστικές στρατηγικές φτιάχνουμε απέναντί τους. Φυσικά όλα αυτά τα εργαλεία μας τα δίνει η ψυχοθεραπεία και η ψυχοεκπαίδευση. Εμείς είμαστε αυτοί που σε μεγάλο βαθμό μπορούμε να καθορίσουμε το ποιοι είμαστε και το πού θέλουμε να πάμε. Αρκεί να υπάρχει πραγματική θέληση και σωστή κατεύθυνση.
*
Η Χριστίνα Ματσατσίνη Υφαντή είναι ψυχολόγος και διατηρεί ιδιωτικό γραφείο στον Άγιο Δημήτριο Αττικής. Είναι απόφοιτη του τμήματος Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κάτοχος άδειας ασκήσεως επαγγέλματος ψυχολόγου και τακτικό μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων. Έχει εκπαιδευτεί στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Κλινική Υπνοθεραπεία, στον Νευρογλωσσικό Προγραμματισμό (NLP), στο Mindfulness και στην Ερικσονιακή Υπνοθεραπεία στο Κέντρο Ψυχοθεραπείας και Μοντέρνας Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας. Είναι κάτοχος του Advanced Professional Diploma in Therapeutic Clinical Hypnotherapy (ΤCH) – Cognitive Behavioural Hypnotherapy (CBH) καθώς και του Professional Diploma: Clinical NLP and Mindfulness Practitioner & Advanced Ericksonian Hypnotherapy Practitioner. Επιπλέον, έχει ολοκληρώσει τη συμπληρωματική εκπαίδευση Understanding DSM-5 Diagnostic and Statistic Manual for Mental Disorders του Κέντρου Ψυχοθεραπείας και Μοντέρνας Εφαρμοσμένη Ψυχολογίας καθώς και τον Σεμιναριακό Κύκλο Εισαγωγής στη Μουσικοθεραπεία του Τομέα Μουσικοθεραπείας του Ωδείου Φίλιππος Νάκας. Από τον Σεπτέμβριο του 2024, εκπαιδεύεται στη Συστημική Ψυχοθεραπεία και Συμβουλευτική στο Κέντρο Συστημικής Μελέτης και Θεραπείας (Κε.Σ.Με.Θ.). Την περίοδο 2015 – 2016, πραγματοποίησε την πρακτική της άσκηση στη ΓΡΑΜΜΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ 1145 – ΚΕ.Θ.Ε.Α. Από το 2019 έως το 2020, εργάστηκε εθελοντικά στο Τμήμα Μουσικοθεραπείας του Κέντρου Ημέρας του συλλόγου «Αμυμώνη» με άτομα με προβλήματα όρασης και πρόσθετες αναπηρίες, ενώ ταυτόχρονα από το 2019 έως το 2022, εργάστηκε ως Ψυχολόγος στο Κέντρο Ειδικών Θεραπειών Παιδιών και Ενηλίκων «H Αυλή του Παιδιού».