Τους περασμένους μήνες, το καυτό καλοκαίρι που πέρασε, εστιάζαμε στην προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία του ήλιου. Οι ειδικοί όμως επιμένουν στην υγεία του δέρματος και στρέφουν την προσοχή τους σε έναν άλλο «εχθρό», την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Ποιο είναι το καινούριο όχι-και-τόσο-καλό νέο; Η υγεία του δέρματος δεν κινδυνεύει μόνο από τις βλάβες από την υπεριώδη ακτινοβολία: η ρύπανση και η άνοδος της θερμοκρασίας μπορούν να προκαλέσουν από λεπτές ρυτίδες έως εξάρσεις εκζέματος και άλλα δερματολογικά προβλήματα.
Ας κάνουμε όμως πρώτα ένα βήμα πίσω. Η κλιματική αλλαγή ανεβάζει τη θερμοκρασία του πλανήτη και επιδεινώνει την ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλούν οι φυσικές καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές. Πώς, όμως, επηρεάζουν αυτές οι αλλαγές το μεγαλύτερο όργανο του σώματός μας, το δέρμα; Και είναι πράγματι εφικτό να δημιουργήσουμε μια ρουτίνα περιποίησης που να το προστατεύει από τις ακραίες συνθήκες ενός πλανήτη που θερμαίνεται; «Οι επιπτώσεις του κλίματος είναι ισχυρότερες από οποιοδήποτε προϊόν περιποίησης», τονίζει η δερματολόγος Arianne Shadi Kourosh από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ – κακό νέο αλλά ας δούμε περισσότερα σχετικά με αυτή τη νέα συνθήκη.

Πώς η υπερβολική ζέστη επηρεάζει το δέρμα

Καθώς οι θερμοκρασίες στον πλανήτη ανεβαίνουν, η υπερβολική ζέστη προκαλεί φλεγμονές σε ήδη υπάρχουσες δερματικές παθήσεις και αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του δέρματος. «Το δέρμα είναι το μεγαλύτερο όργανο του σώματός μας και η βασική μας επαφή με το περιβάλλον», εξηγεί η EvaR. Parker, δερματολόγος στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Vanderbilt στο Τενεσί.

Μια ανασκόπηση του 2024 από το International Eczema Council έδειξε ότι η έντονη ζέστη και η εφίδρωση αυξάνουν τον κνησμό κάτι που επιδεινώνει το έκζεμα σε ανθρώπους που πάσχουν. Η υπερβολική θερμότητα και ο ιδρώτας επιβαρύνουν επίσης την ψωρίαση και το εξάνθημα στο πρόσωπο από συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, μία αυτοάνοση πάθηση. Όπως σημειώνει, τα προβλήματα αυτά εμφανίζονται πλέον νωρίτερα την άνοιξη και διαρκούν αργότερα το φθινόπωρο, αφού οι ζεστές μέρες αρχίζουν νωρίτερα και παρατείνονται. Η Natalie Baker, φοιτήτρια ιατρικής στο Χάρβαρντ και συγγραφέας της μελέτης, παρατήρησε και εκείνη πόσο επιβαρύνει η ζέστη τις δερματικές παθήσεις στα καλοκαίρια της Βοστώνης. Ένας ασθενής με δερματικό λέμφωμα Τ-κυττάρων, έναν τύπο καρκίνου που προκαλεί εξανθήματα και ξηρότητα, της είπε ότι ο κνησμός ήταν «απολύτως αφόρητος» μέσα στο καλοκαίρι.

Πώς η ρύπανση και ο καπνός από τις πυρκαγιές βλάπτουν το δέρμα

Με την κλιματική αλλαγή, οι πυρκαγιές γίνονται συχνότερες και εντονότερες, επηρεάζοντας δραματικά την ποιότητα του αέρα. «Πολλές, αν όχι όλες, οι φλεγμονώδεις δερματικές παθήσεις επηρεάζονται από την ατμοσφαιρική ρύπανση και τον καπνό», λέει. Όταν καίγονται δάση, απελευθερώνονται ρύποι και λεπτά σωματίδια που προκαλούν οξειδωτικό στρες, δηλαδή βλάβη στα κύτταρα του δέρματος.
Σε άτομα με έκζεμα, των οποίων ο δερματικός φραγμός είναι ήδη ευάλωτος, οι ρύποι διεισδύουν πιο εύκολα, προκαλώντας έξαρση. Στην ψωρίαση, η ρύπανση ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό, με αποτέλεσμα φλεγμονώδεις αντιδράσεις που οδηγούν σε εξάρσεις, εξηγεί η Wei.

Η Kourosh παρατήρησε στη Βοστώνη, κατά τη διάρκεια των καναδικών πυρκαγιών το καλοκαίρι του 2023, απότομη αύξηση περιστατικών εκζέματος: από λιγότερους από 20 ασθενείς το καλοκαίρι σε πάνω από 160. Ακόμη και άτομα χωρίς ιστορικό δερματικών προβλημάτων παρουσίασαν ερεθισμούς. Παρόμοια φαινόμενα καταγράφηκαν και στο Σαν Φρανσίσκο το 2018, όταν η ομάδα της Wei παρατήρησε εκτόξευση στις διαδικτυακές αναζητήσεις για «κνησμό», παράλληλη με την αύξηση επισκέψεων σε δερματολόγους. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση 40 μελετών, άτομα χωρίς πρόσβαση σε φιλτράρισμα αέρα είναι πιο εκτεθειμένα σε αλλεργίες και δερματικές παθήσεις που προκαλούνται από τον καπνό.

Επιπλέον, η συχνή έκθεση σε καπνό φαίνεται να προκαλεί μακροχρόνιες βλάβες. Η ομάδα της Wei μελετά τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος σε πυροσβέστες και, αν και η έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, τα πρώτα δεδομένα δείχνουν ότι ο κίνδυνος είναι 2-3 φορές μεγαλύτερος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.

Τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε το δέρμα μας

Συστατικά όπως φύκια και πράσινο τσάι θεωρούνται αποτελεσματικά λόγω των αντιοξειδωτικών και αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων τους. Η βιταμίνη C βοηθά στην αποτροπή της διάσπασης του κολλαγόνου, ενώ εκχυλίσματα από τζίνσενγκ, καμέλια και καφέ φύκια συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του οξειδωτικού στρες.

Το βράδυ, η ρουτίνα περιποίησης πρέπει να περιλαμβάνει ήπιο καθαρισμό για την απομάκρυνση των ρύπων και ενυδατική κρέμα με κεραμίδια για την αποκατάσταση του φραγμού του δέρματος.
Υπάρχει πάντως συζήτηση για το αν οι ενυδατικές κρέμες που φοράμε λειτουργούν ως φραγμός απέναντι στους ρύπους ή αν τελικά εγκλωβίζουν τα σωματίδια πάνω στο δέρμα. Οι ειδικοί συμφωνούν ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα.

Το μέλλον της δερματολογίας στην εποχή της κλιματικής αλλαγής

Η υγεία του εντέρου φαίνεται να συνδέεται με την υγεία του δέρματος, και οι προβιοτικές θεραπείες κερδίζουν έδαφος στη δερματολογία. Ωστόσο, η επιστημονική τεκμηρίωση της αποτελεσματικότητάς τους έναντι των επιπτώσεων της ρύπανσης βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Οι δερματολόγοι συμφωνούν ότι το σημαντικότερο είναι η πρόληψη: να παρακολουθούμε την ποιότητα του αέρα και να προστατευόμαστε τις ημέρες που είναι κακή, κρατώντας τα παράθυρα κλειστά και χρησιμοποιώντας μάσκα και προστατευτικά ρούχα. «Πρέπει να μάθουμε να προσαρμοζόμαστε στις περιβαλλοντικές αλλαγές», λέει η Parker.

Όμως, οι λύσεις αυτές δεν είναι πάντα εφικτές για όλους. Οι φλεγμονώδεις παθήσεις του δέρματος είναι συχνότερες σε ευάλωτους πληθυσμούς που δεν έχουν πρόσβαση σε κλιματισμό ή εργάζονται πολλές ώρες σε εξωτερικούς χώρους. Η υπερβολική ζέστη δημιουργεί ιδανικό έδαφος για την ανάπτυξη βακτηρίων που αποδυναμώνουν τη φυσική άμυνα του δέρματος. Οι ειδικοί προειδοποιούν, επίσης, να είμαστε προσεκτικοί απέναντι σε προϊόντα που ισχυρίζονται ότι «προστατεύουν από την κλιματική αλλαγή». Συνιστούν να ελέγχουμε αν οι εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει κλινικές μελέτες που να τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς τους.

Αν και η σχέση ανάμεσα στην κλιματική αλλαγή και τη δερματολογία είναι ακόμη ένα νέο πεδίο έρευνας, «βλέποντας την πρόοδο των τελευταίων πέντε-έξι ετών που ασχολούμαι με αυτό το θέμα, παραμένω αισιόδοξος για το μέλλον», καταλήγει η Baker.

[mc4wp_form id="278"]