Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης είναι από εκείνους τους τραγουδιστές που νιώθω πως ακούω σχεδόν από όταν γεννήθηκα. Μου είναι τόσο οικεία η φωνή του, που πιστεύω πως δεν είμαι ικανή να ξεχάσω ποτέ τον τόνο της. Κι επειδή αυτός ο τόνος και αυτά που εκφέρει μου λείπουν συχνά, πήρα τη μαμά μου και ανεβήκαμε μια εβδομάδα πριν στον Λυκαβηττό, για να ξεκινήσουμε το καλοκαίρι μας νοσταλγώντας παλιά τραγούδια και ελπίζοντας σε μια στιγμιαία ανακούφιση.

Δεν ξέρω πόσο αισιόδοξος άνθρωπος είναι ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, δεν ξέρω τι σημαίνει η λέξη «μαυρίλα» που ακούω από τρίτους κάθε φορά που συζητάω για τα τραγούδια του, ξέρω όμως πως είναι ένας άνθρωπος με φωνή υψωμένη και ακλόνητη και αυτό κάπως μου φτάνει για να υπόσχομαι πως θα τον ακούω για όσο κρατάει το δικό μου για πάντα.

Ο Λυκαβηττός γεμίζει και στα αριστερά, ανάμεσα στο όρθιο κοινό, που φαντασιώνομαι πως ακόμα ελπίζει και γι’ αυτό βρίσκεται εκεί, ανεμίζει η σημαία της Παλαιστίνης, σπουδαία υπενθύμιση πως η ζωή δεν προχωρά το ίδιο για όλους μας και πως κάποιοι είμαστε απλά και πέρα από την αξία μας τυχεροί.

Η συναυλία ξεκινά μετά από μια παρέμβαση για την πιο σπουδαία δράση της γης “March to Gaza” και μετά από ένα σύσσωμο «Λευτεριά στην Παλαιστίνη». Κι η συναυλία ξεκινά με το “Requiem”, ένα τραγούδι για το τέλος του κόσμου, που μεταξύ άλλων λέει:

Θα βάλω τα καλά μου
Θα ανέβω στον λόφο
να δω το τελευταίο ηλιοβασίλεμα
θα θυμηθώ ένα παραμύθι
κάπου μακριά οι άνθρωποι
θα νομίζουν πως είναι ακόμα ζωντανοί.

Ακούω τον Αλκίνοο να τάσσεται υπέρ του τέλους του κόσμου, αλλά όχι λόγω μιας αίσθησης του μάταιου, αλλά μιας αίσθησης αποτυχίας γιατί κάτι δεν κάναμε καλά, ή μάλλον για τα πολλά που δεν κάναμε καλά. Καλοδεχούμενο το τέλος του κόσμου, γιατί πρέπει να σταματήσουμε να πιστεύουμε στο καλύτερο σαν από μηχανής θεός, σαν κάτι πέρα από την υπόστασή μας και το χρέος μας. Πρέπει να σταματήσουμε πια να αποκαλούμε «ζωή», αυτά που ονομάζαμε ως τώρα έτσι.

Έχω συγκινηθεί ήδη από το πρώτο τραγούδι.

Καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας παρατηρώ τη μαμά μου, όσους ουρλιάζουν το αγαπημένο τους τραγούδι, όσους χαμογελάνε στα λόγια του Αλκίνοου, όσους πιάνονται από το χέρι, τις φίλες που κάθονται αγκαλιά, τον πολύχρωμο κόσμο που είναι τόσο διαφορετικός σε ηλικία και στυλ αλλά που είναι ταυτόχρονα και τόσο ίδιος, σε βαθμό ικανοποίησης.

Συνομιλούμε με τον Αλκίνοο. Ο Αλκίνοος είναι ένας καλλιτέχνης που ακουμπάει τη φωνή του και τους στίχους του στο σημείο εκείνο που η ενσυναίσθησή μας βρίσκει το φως. Η μουσική του εισχωρεί για να διασώσει τις σκέψεις μας εκείνες, που καμιά φορά χάνονται στον δρόμο προς εκείνο που ονομάζουμε σωστό. Ολόκληρα τα τραγούδια του τείνουν να μου θυμίζουν να μην ξεχνάω να περνάω καλά σαν να είναι το απόλυτο δικαίωμά μου.

Τα λόγια του – αυτά που ξεστομίζει ανάμεσα στα τραγούδια του, σαν απάντηση στις φωνές του κοινού, σαν τη συνέχεια εκείνου που στέκεται στην σκηνή και που είναι τόσο καλλιτέχνης όσο και άνθρωπος – ακούγονται σαν την ανάγκη της συντροφικότητας και της συλλογικής σκέψης.

Κι επειδή συζητάμε και ξανασυζητάμε, ενώ προσποιούμαστε πως δε μας νοιάζει πάντα, για το χρέος του καλλιτέχνη απέναντι στην κάθε εποχή, το χρέος του να μοιράζεται τη φωνή του με τους αδικημένους και να μιλάει στο όνομα αυτών, όσο του το επιτρέπουν, κάθομαι και σκέφτομαι πως το συμπέρασμα αυτών των συζητήσεων είναι ένα – και δε χωράνε σε αυτό ψιλά γράμματα ούτε «αλλά»: Είναι αυτονόητο χρέος να είναι κανείς άνθρωπος.

Κι ο Αλκίνοος Ιωαννίδης το γνωρίζει αυτό πάρα πολύ καλά.

Συντελεστές της συναυλίας:

Σταύρος Λάντσιας: πλήκτρα
Μιλτιάδης Παπαστάμου: ηλεκτρικό βιολί
Γιώτης Κιουρτσόγλου: ηλεκτρικό μπάσο
Μιχάλης Καπηλίδης: τύμπανα
Αλκίνοος Ιωαννίδης: ηλεκτρική κιθάρα, φωνή
Ηχοληψία: Βαγγέλης Λάππας – Βασίλης Δρούγκας
Σχεδιασμός φωτισμών: Μαρία Βενετάκη
Χειρισμός Φωτισμών: Μελίνα Ζερβάκ
Παραγωγή: X Lalala & Roll Out Vision Services
Επιμέλεια παραγώγης: Αθύρ

Κεντρική φωτογραφία: Facebook

[mc4wp_form id="278"]