
Η χορεύτρια και χορογράφος, Ιωάννα Παρασκευοπούλου, από την ηλικία των έξι, έμαθε να εκφράζεται με το σώμα κι από τότε, όλα πήραν τον δρόμο τους. Μέσα από τη πορεία της της στον σύγχρονο χορό, ερευνά, αφηγείται και μεταμορφώνεται. Σε κάθε χρόνο και σε κάθε καιρό, δημιουργεί τις δικές της εικόνες και μας μιλά με τη δική της «φωνή» — μια «φωνή» που εκφράζεται μέσα από την κίνηση. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, μιλά για τις ρίζες της, τις καλλιτεχνικές της αναζητήσεις, το βίωμα που τη διαμορφώνει και τη δύναμη, που την τραβάει μπροστά.
Πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τον χορό και πότε κατάλαβες ότι θέλεις να τον ακολουθήσεις επαγγελματικά;
Ξεκίνησα 6 χρόνων. Με πήγε η μητέρα μου να παρακολουθήσω ένα μάθημα στη Δημοτική Σχολή Χορού Καλαμάτας (εντελώς τυχαία, από μια πρόταση μιας συναδέρφου της). Δεν ήθελα, θυμάμαι. Έκλαιγα στον δρόμο και τέτοια.
Δεν ψηνόσουν, δηλαδή.
Όχι. Εντάξει, ήμουν και μικρούλα. Πήγα, λοιπόν, στο πρώτο μάθημα, που ήταν σε κάτι λυόμενα (ήταν λίγο χρόνια μετά τον μεγάλο σεισμό της Καλαμάτας, οπότε η πόλη ήταν γεμάτη από τέτοια) στην οδό Θεμιστοκλέους. Η πρώτη μου δασκάλα ήταν η Χριστίνα Μπρίκμαν –έκανα μαθήματα μαζί της και τα επόμενα χρόνια-. Τη λάτρεψα τη Χριστίνα. Φαντάσου, θυμάμαι ακόμη τις ασκήσεις, που μας έκανε εκείνη τη μέρα. Κάπως έγινε ένα φανταστικό ταίριασμα κι από τότε δεν σταμάτησα. Συνειδητοποίησα γρήγορα ότι ο χορός ήταν σημαντική μορφή έκφρασης για μένα, γιατί υπήρξα πολύ ντροπαλή ως παιδί. Κι αυτός ο τρόπος έκφρασης με βοήθησε πολύ στο μεγάλωμα και την ενηλικίωσή μου. Στο να καταλάβω τι σημαίνει αυτοπεποίθηση.

Ήσουν μικρή, αλλά πότε κατάλαβες ότι ο χορός θα ήταν το επάγγελμά σου;
Δεν το είπα ποτέ έτσι. Απλώς, επειδή το έκανα συνέχεια –από την ηλικία των 6 και μέχρι να φύγω από το σπίτι μου, στα 17- ήταν για μένα η καθημερινότητά μου. Οπότε, ήταν σαν να μην πήρα κάποια απόφαση και ό,τι συνέβη, συνέβη πολύ ομαλά. Θα έδινα, όπως και να είχε, εξετάσεις στην Κρατική Σχολή Χορού. Όταν πέρασα, κατάλαβα ότι το πράγμα αρχίζει και σοβαρεύει.

Οι επιρροές σου, όλα αυτά τα χρόνια, ποιες είναι; Και πώς έχουν διαμορφώσει την αισθητική και τη μεθοδολογία σου;
Με επηρέασαν πολύ οι δάσκαλοι, που συνάντησα, όλα αυτά τα χρόνια. Όπως είπα, η Χριστίνα Μπρίκμαν, αλλά και πολλοί άλλοι, που έρχονταν τότε στην Καλαμάτα, μέσω της Βίκυς Μαραγκοπούλου. Η Σταυρούλα Σιάμου, η Λίλλυ Τριαντάρη. Άνθρωποι που μετέδιδαν τον χορό με πολλή αγάπη. Στα 15 μου, έγινε ένα κλικάρισμα. Ήταν όταν ήρθε στην Καλαμάτα η Υβόν Μανταφούνη – Steadler για να μας κάνει ένα σεμινάριο σύγχρονου χορού. Μέχρι τότε, έκανα σύγχρονο χορό κάπως πιο σπαστά και περισσότερο ως μουσικοκινητική αγωγή. Αυτή η γυναίκα, όμως, μάς έκανε ένα μάθημα πολύ χορευτικό κι ελεύθερο. Εκείνη την εποχή, ήμουν αφοσιωμένη στο μπαλέτο, αλλά ίσως το σώμα μου να μην πολυτράβαγε. Ήμουν έφηβη, με πολλές αλλαγές στο σώμα, που με δυσκόλευαν. Οπότε μετά το σεμινάριο της Υβόν, είπα ξεκάθαρα ότι αυτό είναι για μένα.
Μού έδωσε μια νέα ματιά σε αυτό, που έκανα τόσο καιρό. Και στην Κρατική, ξεχώρισα φυσικά δασκάλους. Αλλά με ενέπνεαν πολύ και οι άνθρωποι και ο τρόπος που κινούνταν. Έπαιρνα μια πληροφορία και την ενσωμάτωνα στη δική μου κίνηση κι αυτό με ανανέωνε, με τα χρόνια. Και εννοείται οι σταθερές μου συνεργασίες, οι άνθρωποι που έχω δουλέψει μαζί τους τον περισσότερο καιρό. Μέσα από αυτές τις συνεργασίες και τον κώδικα που έχουμε αναπτύξει, καταλαβαίνω ποια είμαι, τις ανάγκες μου, τη σχέση μου με το αντικείμενό μου.
Υπάρχει κάποιο έργο ή στιγμή στην καριέρα σου που θεωρείς καθοριστική; Τι σε δίδαξε;
Α, ναι. Πολλές έντονες στιγμές, παραστάσεις, με τις οποίες συνδέθηκα πολύ. Έρχεται στο μυαλό μου το “Mothers” της Ίριδας Καραγιάν, το 2013. Ήταν από τις πρώτες μου δουλειές. Τότε άρχισε και κάπως να ρέει το πράγμα και να φέρνει το ένα το άλλο. Ένιωθα πολύ δυνατή μέσα σε εκείνη την παράσταση, η οποία επικοινώνησε πολύ με τον κόσμο. Από εκεί και πέρα, έχω να θυμάμαι πάρα πολλές παραστάσεις. Και με την Ίριδα και με τον Χρήστο (Παπαδόπουλο) και με άλλους χορογράφους. Όταν έκανα και τη δική μου δουλειά, ένιωσα πραγματική ένταση και πληρότητα.

Σπουδάζεις στο Τμήμα Τεχνών Ήχου & Εικόνας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Η καλλιτεχνική σου πρακτική επικεντρώνεται στη σχέση μεταξύ οπτικοακουστικών μέσων και κίνησης. Θες να μας μιλήσεις γι’ αυτό;
Όταν τελείωσα το σχολείο, πέρασα και στη Νομική, την οποία άφησα λόγω Κρατικής Σχολής. Για πολλά χρόνια, ήθελα όμως να σπουδάσω και κάτι άλλο. Έχοντας κάνει πολλά πράγματα στον χορό, ένιωθα λίγο πνιγηρά στον κλειστό του κύκλο. Από την άλλη, το πτυχίο της Κρατικής δεν είναι αναγνωρισμένο ούτε ως πτυχίο ΑΕΙ ούτε ως πτυχίο ΤΕΙ. Η προοπτική του μεταπτυχιακού αφορούσε μόνο στο εξωτερικό. Οπότε το 2017, ξαναέδωσα πανελλήνιες. Επειδή πάντα με ενδιέφερε η εικόνα, η φωτογραφία, το σινεμά, αλλά και το μοντάζ, πέρασα σε αυτή τη σχολή της Κέρκυρας, που έχει ένα μεγάλο εύρος μαθημάτων. Η παρουσία μου όμως εκεί –είναι πολλά και τα εργαστηριακά μαθήματα- ήταν δύσκολη, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Αλλά στον κορονοϊό, που όλοι καταπιάστηκαν με τα διαδικτυακά μαθήματα, ασχολήθηκα πολύ, πωρώθηκα, θα έλεγα. Όλο αυτό μού έδειξε έναν άλλο τρόπο σκέψης. Άρχισα να βρίσκω τρόπους έκφρασης πιο προσωπικούς, κάνοντας δικά μου πράγματα, που συνδιαλέγονται με την εικόνα και τον ήχο.

Η σχέση μέσων και κίνησης, που είναι καλλιτεχνική σου πρακτική. Μίλας μας γι’ αυτό.
Ήθελα να φέρω κοντά την εικόνα με τον ήχο. Ήταν πιο συγκυριακό το ότι είχα ανάγκη να εκφραστώ πιο προσωπικά και με έναν άλλο τρόπο. Ήρθε, όπως είπα, ο κορονοϊός κι έτσι ασχολήθηκα και με κάτι άλλο. Είχα χρόνο να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Έπεσα πάνω σε μαθήματα, που αφορούν στο παραγωγικό στάδιο των ταινιών, που ουσιαστικά επαναδημιουργείται ο ήχος με διάφορα μέσα και με επαγγελματίες ανθρώπους που τον επαναδημιουργούν με διάφορα αντικείμενα, με διάφορες πατέντες για την δημιουργία του «πιο σωστού» ήχου της εικόνας. Και με τεχνολογικά μέσα, εννοείται. Άνοιξε ένας κόσμος που δε γνώριζα. Ένας κόσμος που με ενδιέφερε αρκετά σε πολλά επίπεδα. Ο τρόπος που αυτοί οι άνθρωποι δημιουργούν τον ήχο και με το σώμα τους με εντυπωσιάζει. Και το γεγονός ότι είναι μια διαδικασία, που δεν είναι ορατή. Εμείς βλέπουμε στο σινεμά το αποτέλεσμα που προκύπτει από την επεξεργασία της ταινίας. Ήθελα πολύ να φέρω, λοιπόν, κάτι παρασκηνιακό στη σκηνή. Να φέρω μια διαδικασία ενός αποτελέσματος στη σκηνή. Όλο αυτό έπειτα άνοιξε άλλους δρόμους, τους οποίους ακόμη ερευνώ.

Ενδιαφέρον. Είναι το σώμα το πιο ολοκληρωμένο μέσο έκφρασης;
Το σώμα, ε; Το σώμα είναι καταγραφέας μνήμης, αισθήσεων, αγγιγμάτων. Έτσι το βλέπω κι ασχολούμαι με το πώς έχει καταγραφεί οτιδήποτε ασυνείδητα κι ενσυνείδητα στον τρόπο που κινούμαστε, που επικοινωνούμε με τους διπλανούς μας. Στον τρόπο που φέρουμε όλα αυτά που μας έχουν συμβεί. Κάποια στιγμή, δε μου αρκούσε να επικοινωνήσω μόνο με το σώμα μου. Η αίσθηση της αφής, η επαφή με τα χέρια με κέντριζε λίγο περισσότερο. Κάπως είχα ανάγκη να αφήνει η κίνησή μου ένα αποτύπωμα, που να είναι κάπως ορατό σε αυτόν, που βλέπει αυτό που κάνω. Εκείνη την περίοδο, ήθελα να κάνω κάτι άμεσο, κάτι για το οποίο το κοινό δε θα είχε ερωτήματα σε σχέση με το τι συμβαίνει. Μου έλειπε πολύ η επαφή γενικότερα. Το άγγιγμα. Κι επειδή ζούμε σε αυτό τον κόσμο που ζούμε, μακριά από το φυσικό τοπίο, και χωρίς να υπάρχει κάτι ενδιάμεσο, -είναι όλα λίγο των άκρων- αναζητούσα έντονα την επαφή και την επεξεργασία των υλικών.
Πώς είναι το βίωμα να ανεβαίνεις στην σκηνή; Νιώθεις ότι μεταμορφώνεσαι σε κάτι άλλο;
Έλα ντε. Νιώθω κάπως πιο δυνατή, θα έλεγα. Μού δίνει δύναμη να κινούμαι στη σκηνή, να κινούμαι με άλλα άτομα. Νιώθω διαφορετική σε σχέση με το πώς είμαι στην καθημερινότητα. Είναι λίγο δύσκολο να το αποκωδικοποιήσω, να σου πω την αλήθεια. Νιώθω μια έκθεση εκείνη την ώρα κι ένα βίωμα, που δεν υπάρχει στην καθημερινότητά σου. Υπάρχει αυτή η μη λεκτική επικοινωνία, η οποία έχει πολύ χώρο και για έκφραση, για να νιώσεις πράγματα, να χαθείς, να αφεθείς.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας χορευτής/μια χορεύτρια στην Ελλάδα σήμερα;
Είναι πολύ δύσκολο. Εγώ είμαι, ας πούμε, τυχερή, -έχω δουλέψει φυσικά και πολύ- και ζω από αυτό που κάνω, το οποίο δεν είναι καθόλου εύκολο, ούτε αυτονόητο. Το να είσαι χορευτής στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο, γιατί είναι πάρα πολλά άτομα που τελειώνουν τη σχολή και γίνονται επαγγελματίες χορευτές. Δεν υπάρχει, από την άλλη, απορρόφηση, δεν υπάρχουν χρήματα, ούτε υποστήριξη από το κράτος. Στη Γαλλία, το επάγγελμα του χορευτή έχει ένα κύρος. Υπάρχει ένας σταθερός μισθός κάθε μήνα. Αν συμπληρώσεις κάποιες ώρες εργασίες, μετά έχεις έναν σταθερό μισθό και μπορείς να ζεις από αυτόν. Εδώ δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Τα περισσότερα άτομα που τελειώνουν σχολές, συνήθως διδάσκουν για να ζήσουν, κάνουν άλλα επαγγέλματα, τα παρατούν, δουλεύουν περιστασιακά. Είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσεις από αυτό. Δυστυχώς. Και δημιουργικά είναι πολύ δύσκολο, γιατί οι επιχορηγήσεις έχουν κοπεί αρκετά, δίνονται πολύ λίγα χρήματα για να γίνει μια παραγωγή χορού.
Ναι, είναι δύσκολο. Αν μπορούσες να μεταδώσεις ένα μήνυμα μέσα από το σώμα σου, χωρίς λόγια, ποιο θα ήταν αυτό;
Πω, πω δύσκολο, ρε συ, Βασίλη! Δεν ξέρω, έτσι όπως μου το λες. Θα πήγαινα προς μια σωματική κατάσταση, που να έχει μια αίσθηση αφύπνισης και ενδυνάμωσης. Κάτι τέτοιο.
Συνδέοντάς τη με κάτι ξεσηκωτικό.
Όχι, απαραίτητα. Μπορεί να έχει διάφορες μορφές η αφύπνιση και η ενδυνάμωση. Και κάπως όλο αυτό να μπορούσε να μεταδοθεί.
Ωραίο μου ακούγεται. Εγώ θα είμαι από κάτω στο κοινό, να ξέρεις. Έχεις πετύχει όλα όσα έχεις σκεφτεί; Τι μένει ακόμα να γίνει;
Είμαι χαρούμενη με όσα έχω κάνει γιατί έχω δουλέψει αρκετά. Δεν ονειρεύομαι τίποτε άλλο. Και δεν είμαι και άτομο που το κάνει πολύ. Αυτό που θα ήθελα είναι να συνεχίσω να αναζητώ τρόπους έκφρασης για να μπορώ να διατηρώ το ενδιαφέρον μου γι’ αυτό που κάνω. Θα ήθελα, επίσης, και κάπως αρχειακά να δουλέψω, καταγράφοντας κάποια πράγματα. Να υπάρξει, δηλαδή, μια καταγραφή ιστοριών, ανθρώπων, δεν ξέρω. Θέλω να πάω, στο μέλλον, περισσότερο προς την εικόνα και το ντοκιμαντέρ.
Ωραίο και αυτό. Το ΄χεις.
Για να δούμε! Θα το ήθελα πολύ.
Ποια είναι τα πλάνα για το επόμενο διάστημα;
Απόψε, ολοκληρώνεται στη Στέγη, η παράσταση “My Fierce Ignorant Step” με τον Χρήστο Παπαδόπουλο. Συνεχίζω, επίσης, και ταξιδεύω τα δικά μου κομμάτια, το “MOS“. Αρχίζουμε και περιοδεία με τον Χρήστο, σε λίγο καιρό. Σκέφτομαι και τα δικά μου, τα επόμενα, αλλά δεν έχω ακόμη κάτι συγκεκριμένο. Μόνο σε επίπεδο ιδέας.
Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, Ιωάννα!
Κι εγώ!