Αυτά που βλέπουμε εμείς οι καθημερινοί άνθρωποι, είναι συχνά διαφορετικά από αυτά που βλέπουν οι ιθύνοντες. Η παρακάτω μαρτυρία είναι αληθινή και παρότι έχουμε στη διάθεσή μας τα στοιχεία της κυρίας που τη μοιράστηκε μαζί μας, προτιμά να διατηρήσει την ανωνυμία της.

«Κυριακή απόγευμα, λίγο πριν νυχτώσει. Μπήκα στο νοσοκομείο «Σωτηρία» μια μέρα εφημερίας. Δεν είμαι γιατρός, ούτε εργαζόμενη στον χώρο της υγείας. Είμαι απλώς ασθενής με χρόνο νόσημα, ένας άνθρωπος που παρατηρεί. Που βλέπει και ακούει.

Και εκείνο το απόγευμα, είδα πολλά.

Είδα γιατρούς να προσπαθούν να κάνουν τους ασθενείς να χαμογελάσουν, να δείχνουν ενσυναίσθηση, ακόμα και όταν μια ιατρική πράξη είναι ενοχλητική ή επώδυνη. Είδα να εξηγούν ξανά και ξανά. Να ενημερώνουν συνεχώς τους συνοδούς των ασθενών που στέκονταν στην αναμονή με βλέμμα αγωνίας.

Είδα γιατρούς να μιλούν αγγλικά με ασθενείς που δεν καταλάβαιναν τη γλώσσα, προσπαθώντας όχι μόνο να τους εξηγήσουν τι θα συμβεί, αλλά – κυρίως – να τους καθησυχάσουν. Να τους κάνουν να νιώσουν λίγο λιγότερο μόνοι, λιγότερο φοβισμένοι. Γιατί στα επείγοντα δεν φτάνεις ποτέ χαλαρός. Πόσο μάλλον αν είσαι ηλικιωμένος, χωρίς συνοδεία ή χωρίς να μιλάς καλά τη γλώσσα.

Μέσα σε ένα σύστημα που συχνά καταρρέει από τις ελλείψεις, είδα ανθρώπους να κρατούν το μέτωπο ψηλά.

Αλλά είδα και την άλλη πλευρά. Την κόπωση στα μάτια και τα σώματα των ανθρώπων. Τη φυσική εξάντληση και την ψυχική φθορά. Είδα τις σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό, σε διαλογή μια μέρα εφημερίας, σε εξοπλισμό. Δεν υπήρχαν γάζες και βαμβάκι, τα πληροφοριακά συστήματα είχαν πέσει και οι γιατροί δεν μπορούσαν να γράψουν εξετάσεις και συνταγές στους ασθενείς.

Είδα τους συγγενείς των ασθενών να μεταφέρουν οι ίδιοι το αίμα για τις μικροβιολογικές εξετάσεις γιατί δεν υπήρχαν αρκετοί νοσηλευτές. Συνοδούς να πηγαίνουν τους ασθενείς τους για ακτινογραφία λόγω έλλειψης τραυματιοφορέων…

Είδα ασθενείς να καταφθάνουν χωρίς προηγούμενες εξετάσεις, χωρίς να γνωρίζουν ποια είναι η σωστή κλινική, να ψάχνουν βοήθεια χωρίς να μπορούν να συνεννοηθούν γιατί δεν έχουμε μάθει να είμαστε κι εμείς «σωστοί» ασθενείς.

Και πάνω απ’ όλα, δεν είδα κάποια άμεση λύση. Γιατί η εύκολη λύση δεν υπάρχει.

Κι όμως, καθημερινά, οι γιατροί μας ξεπερνούν τον εαυτό τους. Εδώ και χρόνια κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να μη μείνει κανείς αβοήθητος. Δεν θα έπρεπε να είναι μόνο δική τους η ευθύνη. Δεν θα έπρεπε να σηκώνουν μόνοι τους ένα τόσο βαρύ φορτίο.

Ίσως έχει έρθει η ώρα να γίνει η προσπάθεια που δεν έγινε ποτέ επαρκώς: να στηρίξουμε αληθινά τη δημόσια υγεία. Να της δώσουμε τους ανθρώπους, τα μέσα, τον σεβασμό που της αξίζει. Να δώσουμε τα κίνητρα για να παραμείνουν στην Ελλάδα γιατροί που έχουν βαθιά γνώση, εμπειρία και ένστικτο.

Γιατί ένα σύστημα υγείας δεν είναι απλώς «λειτουργικό». Πρέπει να είναι ανθρώπινο. Πρέπει να εξελίσσεται. Πρέπει να σέβεται τόσο εκείνους που το υπηρετούν όσο και εκείνους που το έχουν ανάγκη.

Και η Ελλάδα έχει γιατρούς που αξίζουν το καλύτερο. Όχι μόνο από εμάς, αλλά και από το ίδιο το κράτος. Η αναγνώριση του προβλήματος, ωστόσο, δεν αρκεί. Ήρθε η ώρα να το δούμε στην πράξη, διαφορετικά τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει.

[mc4wp_form id="278"]