Όταν σκεφτόμαστε τα διάφορα συστήματα του σώματος, έρχονται στο μυαλό το καρδιαγγειακό, το ανοσοποιητικό, το αναπαραγωγικό και το πεπτικό. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα; Πιθανότατα όχι. Στην πραγματικότητα, πολλοί αγνοούν την ύπαρξή του. Η αλήθεια είναι πως το Ενδοκανναβινοειδές Σύστημα (ECS) υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, καθώς και σε κουνέλια, ποντίκια, σκύλους και όλα τα θηλαστικά, όπως εξηγεί ο καθηγητής ψυχιατρικής και διευθυντής του Yale Center for the Science of Cannabis and Cannabinoids, Deepak Cyril D’Souza. «Είναι ένα φυσικό σύστημα επικοινωνίας στον εγκέφαλο και το σώμα. Πιστεύουμε ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην ομοιόσταση—στη διατήρηση της ισορροπίας».
Το ECS ανακαλύφθηκε μόλις το 1990, όταν ερευνητές μελετούσαν τις ψυχοδραστικές επιδράσεις της μαριχουάνας στον εγκέφαλο και το σώμα. Τότε διαπίστωσαν ότι το ανθρώπινο σώμα διαθέτει υποδοχείς κανναβινοειδών που ανταποκρίνονται σε διάφορες χημικές ουσίες—συμπεριλαμβανομένης της τετραϋδροκανναβινόλης (THC), της κύριας ψυχοδραστικής ένωσης της κάνναβης, και της κανναβιδιόλης (CBD), που δεν είναι ψυχοδραστική. Διαπιστώθηκε επίσης ότι ο οργανισμός παράγει τα δικά του ενδοκανναβινοειδή, μόρια δομικά παρόμοια με εκείνα που βρίσκονται στα φυτά κάνναβης.
Παρότι πήρε το όνομά του από το φυτό που οδήγησε στην ανακάλυψή του, το σύστημα δεν υπάρχει μόνο για να ανταποκρίνεται στην κάνναβη. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (το πρόθεμα “ενδο-” σημαίνει «εσωτερικό») παίζει καθοριστικό ρόλο στη σωστή λειτουργία του οργανισμού. Εντοπίζεται σε όλο τον εγκέφαλο και το σώμα, στα όργανα, τους συνδετικούς ιστούς, τους αδένες και σε συγκεκριμένα κύτταρα.
«Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει ένα θεραπευτικό σύστημα μέσα μας με ενδογενείς χημικές ουσίες που ήδη εργάζονται για τη διατήρηση της ισορροπίας», τονίζει ο φαρμακοποιός και διευθυντής του National Center for Cannabis Research and Education στο Πανεπιστήμιο του Μισισίπι, Robert Welch. «Είναι ένα αρκετά περίπλοκο σύστημα», προσθέτει, με εκτεταμένες επιδράσεις.
Πώς λειτουργεί το ενδοκανναβινοειδές σύστημα
Το ECS αποτελείται από τρία βασικά στοιχεία: τα ενδοκανναβινοειδή που παράγει ο οργανισμός, τα βασικά ένζυμα που βοηθούν στην παραγωγή τους κατά απαίτηση και στη διάσπασή τους όταν δεν χρειάζονται πλέον, και τους υποδοχείς ενδοκανναβινοειδών.
Τα ενδοκανναβινοειδή προέρχονται από λιπίδια (λίπη) του σώματος. «Είναι φυσικοί νευροδιαβιβαστές που ενεργοποιούν τους ίδιους υποδοχείς με την THC», εξηγεί ο καθηγητής ψυχιατρικής και συμπεριφορικών επιστημών στο Northwestern University Feinberg School of Medicine, Sachin Patel. Η διαφορά είναι ότι τα ενδοκανναβινοειδή δεν προκαλούν ευφορία (“high”), αλλά συμμετέχουν σε πολλές ζωτικές λειτουργίες. Τα δύο κύρια ενδοκανναβινοειδή είναι η αναδαμίδη και η 2-AG (2-αραχιδονυλογλυκερόλη), τα οποία παράγονται στον εγκέφαλο και αλλού στο σώμα.
«Δεν αποθηκεύονται σε διαμερίσματα ούτε εκκρίνονται—τα ενδοκανναβινοειδή αποθηκεύονται στις λιπιδικές μεμβράνες και απελευθερώνονται κατά απαίτηση», σημειώνει ο καθηγητής ανατομίας και νευροβιολογίας και διευθυντής του Center for the Study of Cannabis στο UC Irvine Medical Center, Daniele Piomelli.
Όταν απελευθερώνονται, τα ενδοκανναβινοειδή δεσμεύονται σε ειδικούς υποδοχείς—κυρίως στους υποδοχείς CB1, που αφθονούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ιδιαίτερα στον εγκέφαλο), και στους CB2, που βρίσκονται κυρίως στο ανοσοποιητικό σύστημα.
Ρόλος στη ρύθμιση της ισορροπίας του οργανισμού
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο βασικός ρόλος του ECS είναι η διατήρηση της ομοιόστασης, δηλαδή μιας βιολογικής αρμονίας στα διάφορα συστήματα του σώματος. Ειδικοί αναφέρουν πως τα ενδοκανναβινοειδή συμμετέχουν στη μνήμη και τη μάθηση, τη διάθεση και το άγχος, την αντίληψη του πόνου, την όρεξη, τον μεταβολισμό, τον ύπνο, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και αναπαραγωγικού συστήματος καθώς και στην αντίδραση στο στρες.
«Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα μειώνει την αντίδραση “μάχης ή φυγής” όταν δεν βρισκόμαστε σε κίνδυνο», εξηγεί ο Patel. «Μας κρατά σε κατάσταση ισορροπίας—χωρίς αυτήν μπορεί να υπάρξει ανεξέλεγκτη αντίδραση στο στρες».
Επιπλέον, φαίνεται πως το ECS συμβάλλει στο φαινόμενο γνωστό ως “runner’s high” που βιώνουν πολλοί μετά από έντονη ή παρατεταμένη άσκηση. Για χρόνια θεωρούνταν ότι οι ενδορφίνες ευθύνονταν αποκλειστικά για τη χαρά και τη χαλάρωση μετά την άσκηση. Νεότερες έρευνες δείχνουν όμως ότι η άσκηση αυξάνει τόσο τις ενδορφίνες όσο και τα επίπεδα της αναδαμίδης στο αίμα—πιθανώς συνεργάζονται για να προκαλέσουν αυτήν την ευφορία.
Ακόμη, «το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι σημαντικό για τη ρύθμιση της κοινωνικής ανταμοιβής», προσθέτει ο Piomelli. «Η ωκυτοκίνη συνεργάζεται με το ECS για να ενισχύσει τη θετική κοινωνική συμπεριφορά». Χωρίς αυτό το σύστημα θα δυσκολευόμασταν πολύ να αντιμετωπίσουμε το στρες. «Το ECS μας επιτρέπει να ζούμε μια ισορροπημένη, φυσιολογική ζωή».
Όταν η ισορροπία διαταράσσεται
Τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο πως ανισορροπίες ή διαταραχές στο ECS μπορεί να σχετίζονται με ή να επιδεινώνουν συγκεκριμένες παθήσεις, σύμφωνα με τον Piomelli. Σε αυτές περιλαμβάνονται χρόνιοι πόνοι όπως οι ημικρανίες και η ινομυαλγία, καθώς επίσης επιληψία, φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, κατάθλιψη ή άγχος.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις πως η σωματική άσκηση, ο διαλογισμός ή άλλες τεχνικές ευεξίας μπορούν να υποστηρίξουν ή να προστατεύσουν το ενδοκανναβινοειδές σύστημα—ωστόσο η αποτελεσματικότητα αυτών των πρακτικών ποικίλλει ανάλογα με το άτομο. Τα αποτελέσματα των φυσικών ενδοκανναβινοειδών διαφέρουν σημαντικά από εκείνα των φυτικών κανναβινοειδών όπως η THC ή η CBD.
«Τα ενδοκανναβινοειδή παράγονται κατά απαίτηση σε συγκεκριμένα σημεία κι αμέσως μόλις δεσμευτούν στους υποδοχείς αδρανοποιούνται», εξηγεί ο D’Souza. Αντίθετα, «όταν κάποιος καπνίζει κάνναβη», όπως λέει ο ίδιος, «η THC κατακλύζει τον εγκέφαλο δεσμεύοντας υποδοχείς παντού».
Αυτός είναι ένας λόγος που οι επιδράσεις της κάνναβης διαρκούν περισσότερο—και γιατί η συχνή χρήση ισχυρής κάνναβης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη λειτουργία του ECS. Αυτή η παρέμβαση μπορεί να προκαλέσει διαταραχές σε λειτουργίες όπως ο ύπνος, η όρεξη, η διάθεση ή το άγχος σύμφωνα με τον D’Souza. «Η αιφνίδια διακοπή ή αποχή μπορεί επίσης να προκαλέσει τέτοιες διαταραχές».
Το βασικό πρόβλημα: «Όταν γίνεται συχνή χρήση κάνναβης υψηλής δραστικότητας αυτό μειώνει (“downregulates”) τους υποδοχείς κανναβινοειδών—με αποτέλεσμα το ενδογενές σύστημα να μην λειτουργεί πλέον βέλτιστα», εξηγεί ο Patel. Όσο πιο συχνά ή πιο ισχυρή κάνναβη χρησιμοποιείται τόσο περισσότερο επηρεάζεται αυτή η δυσλειτουργία του συστήματος.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ένα διάλειμμα από τη χρήση κάνναβης για αρκετές εβδομάδες μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας του ECS σύμφωνα με τον Patel. «Τα καλά νέα είναι ότι μέχρι ένα σημείο—and ίσως πλήρως—η λειτουργία επανέρχεται».
Πηγή: National Geographic
