Νομίζω ότι αυτή ήταν η Μελίνα Μερκούρη. Γεννημένη για να διανύσει τη γη, με ένα κόκκινο φόρεμα, στο ύψος ενός κόσμου που συμμετέχει στην ιστορία και στον ήχο της σύγκρουσης.
[mc4wp_form id="278"]
Νομίζω ότι αυτή ήταν η Μελίνα Μερκούρη. Γεννημένη για να διανύσει τη γη, με ένα κόκκινο φόρεμα, στο ύψος ενός κόσμου που συμμετέχει στην ιστορία και στον ήχο της σύγκρουσης.
Σε μια υγιή ψυχική λειτουργία, η ντροπή λειτουργεί σαν συναγερμός συνείδησης. Σου λέει: «Πρόσεξε, παρεκκλίνεις από κάτι που έχει αξία για σένα ή για τους άλλους». Δεν χρειάζεται νόμος ή τιμωρία, μόνο η ίδια η εσωτερική φωνή. Και για να το πάω κατευθείαν εκεί που θέλω, ρωτάω: πώς θα ήταν ο κόσμος με την απουσία της ντροπής;
Κι αν με ρωτάς, δεν ξέρω αν ισχύει ή αν το οφείλω στη φαντασία μου: στις φωτογραφίες, άρα ίσως και στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα φως. Και υπήρχε και στα πρόσωπα το ίδιο φως.
Σχεδόν οτιδήποτε αγαπώ στην τέχνη, μιλάει για δράματα. Δράματα χωρίς κλάματα. Χωρίς απαισιοδοξία. Με ένα ευδιάκριτο φως μόνο που με οδηγεί παρακάτω. Εκεί που δεν είναι όλα τέλεια, αλλά αποκτούν ένα νόημα.
Είναι προσωπικό το τι κάνει τον καθένα και καθεμία να ανατριχιάζει. Αναρωτιόμουν, πρόσφατα, όσο παρακολουθούσα το EuroBasket, τι είναι αυτό που με κάνει να υποστηρίζω την εθνική Ελλάδας; Τι είναι αυτό που ενώνει εμένα κι έναν τυχαίο παππού δίπλα μου, σ’ ένα καφενείο του Βύρωνα, να πανηγυρίζουμε έξαλλα ένα κάρφωμα του Γιάννη Αντετοκούμπο; Μήπως εδώ λειτουργεί το εθνικό αφήγημα; Δεν είναι τόσο απλό.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1971, πέθανε ο Νομπελίστας ποιητής, Γιώργος Σεφέρης. Πριν λίγα χρόνια, ήταν καλοκαίρι, βρέθηκα στο σπίτι του, στο Παγκράτι.
Ένα λάμα, μια κουκουβάγια, ένας πιγκουίνος, δύο γαϊδουράκια κι ένας ιππόκαμπος ήταν οι «μαθητές» της Πρώτης Δημοτικού. Η δασκάλα, μια καφέ αρκούδα. Τα δύο εφτάχρονα παιδιά, φίλες καρδιακές, διανέμουν τους ρόλους. Στον ιππόκαμπο, προσθέτουν ένα ψεύδισμα, το λάμα είναι κάπως συναχωμένο, ο πιγκουίνος είναι ντροπαλός. Η δασκάλα- αρκούδα λατρεύει τη…
Ξέρω από τώρα πως όταν το ξαναδώ θα με αναγνωρίσει αμέσως. Θα θυμηθεί το «σύνθημα» με το αμύγδαλο και θα μου πει ότι «εκείνο το βράδυ, στις 27 Αυγούστου, που κάθε μικρό βήμα του γινόταν με τόσο κόπο, κοίταξε ψηλά, είδε το φως της οθόνης του κινητού μου, μάζεψε όλες τις δυνάμεις του και νιαούρισε εύγλωττα και παρατεταμένα.
Κι από τότε ξεκίνησε η πορεία προς τη ζωή.
[mc4wp_form id="278"]