Η προετοιμασία γευμάτων για αρκετές ημέρες, γνωστή ως Meal Prep, γίνεται όλο και πιο δημοφιλής – και όχι άδικα. Πρόκειται για μια πρακτική που επιτρέπει σε όσους την εφαρμόζουν να εξοικονομούν χρόνο και χρήματα, να οργανώνουν τη διατροφή τους με μεγαλύτερη ακρίβεια και να αποφεύγουν την καθημερινή ερώτηση «τι θα φάμε σήμερα». Παράλληλα, παρέχει τη δυνατότητα πλήρους ελέγχου των υλικών και του τρόπου μαγειρέματος.

Κατά την προετοιμασία των γευμάτων, η τήρηση κανόνων υγιεινής είναι καθοριστική. Τα χέρια πρέπει να πλένονται σχολαστικά, τα σκεύη και οι επιφάνειες κοπής να καθαρίζονται και να αποφεύγεται η επαφή ωμών τροφίμων, ιδιαίτερα ζωικής προέλευσης, με άλλα συστατικά. Το ωμό κρέας και το κοτόπουλο δεν πρέπει να πλένονται με νερό, καθώς αυτό ενδέχεται να διασπείρει τα μικρόβια. Αντί γι’ αυτό, συνίσταται το σκούπισμα με χαρτί κουζίνας.

Η σειρά με την οποία ετοιμάζονται τα φαγητά έχει επίσης σημασία. Πρώτα πρέπει να προετοιμάζονται τα φαγητά που καταναλώνονται ωμά, όπως σαλάτες και επιδόρπια, και στη συνέχεια εκείνα που πρόκειται να ψηθούν ή να βραστούν. Εάν για οργανωτικούς λόγους αυτό δεν είναι εφικτό, τότε απαιτείται σχολαστικός καθαρισμός επιφανειών, σκευών και χεριών ανάμεσα στις διαδικασίες.
Όσον αφορά στην αποθήκευση, είναι σημαντικό να χρησιμοποιούνται καθαρά και αεροστεγώς κλειστά δοχεία κατάλληλα για τρόφιμα, κατά προτίμηση με την ένδειξη του σχετικού σήματος (ποτήρι και πιρούνι). Καλό είναι να αποφεύγονται τα μεγάλα δοχεία και να προτιμάται η αποθήκευση ανά μερίδα. Έτσι αποφεύγεται η εκ νέου ψύξη φαγητών που έχουν ήδη ζεσταθεί.

Η συντήρηση των γευμάτων στο ψυγείο πρέπει να γίνεται σε θερμοκρασία έως 5–7 βαθμούς Κελσίου, ενώ τα έτοιμα φαγητά θα πρέπει να καταναλώνονται εντός δύο έως τριών ημερών. Όταν περιέχουν ωμά συστατικά, όπως φρέσκα λαχανικά ή σαλάτες, πρέπει να καταναλώνονται το αργότερο την επόμενη μέρα. Η κατάψυξη είναι μια εξίσου ασφαλής επιλογή, αρκεί τα φαγητά να έχουν πρώτα κρυώσει καλά. Η αποθήκευση στην κατάψυξη πρέπει να γίνεται σε μικρές, μερίδες, με όσο το δυνατόν λιγότερο αέρα στα δοχεία ώστε να αποφευχθεί ο σχηματισμός παγετού (freezer burn). Συνίσταται επίσης να αναγράφεται στα δοχεία η ημερομηνία κατάψυξης και το περιεχόμενο, ώστε να γνωρίζει κανείς πότε και τι κατέψυξε.

Για να θερμανθούν με ασφάλεια τα φαγητά που έχουν συντηρηθεί στο ψυγείο ή έχουν καταψυχθεί, θα πρέπει να ζεσταίνονται σε όλη τους τη μάζα, στους τουλάχιστον 70°C για δύο λεπτά. Τα κατεψυγμένα μούρα, που ενδέχεται να περιέχουν ανθεκτικούς ιούς, πρέπει να θερμαίνονται σε ακόμα υψηλότερες θερμοκρασίες – περίπου 90°C. Είναι κρίσιμο να αποφεύγεται η αποθήκευση ή παραμονή των τροφίμων σε θερμοκρασίες ανάμεσα στους 10°C και 60°C, καθώς αυτές ευνοούν τη ραγδαία ανάπτυξη μικροβίων.

Η αισθητηριακή εκτίμηση (όραση, όσφρηση, γεύση) δεν είναι πάντοτε αξιόπιστος δείκτης της καταλληλότητας ενός τροφίμου. Πολλοί επικίνδυνοι μικροοργανισμοί δεν αλλοιώνουν την όψη ή τη μυρωδιά του φαγητού, ενώ μπορεί να είναι παρόντες ακόμη και σε κλινικά υγιή ζώα από τα οποία προέρχονται τα τρόφιμα. Σε περίπτωση που εμφανιστεί μούχλα ή σχηματιστούν φυσαλίδες, τα τρόφιμα πρέπει να απορρίπτονται αμέσως.

Για τις ευπαθείς ομάδες, το Meal Prep πρέπει να γίνεται με ακόμα μεγαλύτερη προσοχή. Αυτά τα άτομα καλό είναι να αποφεύγουν τελείως την κατανάλωση ωμών ζωικών προϊόντων, όπως και προσυσκευασμένων και κομμένων σαλατών. Αντ’ αυτών, συνιστάται να χρησιμοποιούν φρέσκα λαχανικά, τα οποία έχουν πλυθεί σχολαστικά λίγο πριν την κατανάλωση.

Η σωστή προετοιμασία γευμάτων για πολλές ημέρες μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο σύμμαχο στην καθημερινότητα, μόνο όταν γίνεται με γνώση, οργάνωση και αυστηρή προσήλωση στους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας των τροφίμων.

Πηγή: Cibum

[mc4wp_form id="278"]