Έχετε αναρωτηθεί ποτέ αν υπάρχει τρόπος να καθυστερήσουμε το γκριζάρισμα των μαλλιών μας, πέρα από τη βαφή;

Για όσους από εμάς τα φυσικά, γκρίζα μαλλιά δεν μας εμπνέουν, μια νέα έρευνα έρχεται να μας δώσει ελπίδες, καθώς υποδηλώνει ότι ένα κοινό διατροφικό στοιχείο που βρίσκεται σε πολλά λαχανικά μπορεί να παίξει ρόλο στη διατήρηση του φυσικού μας χρώματος.Συγκεκριμένα, η λουτεολίνη, ένα φυσικό φλαβονοειδές με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, που συναντάμε στο μπρόκολο, τα καρότα, τα κρεμμύδια και άλλα λαχανικά, φαίνεται να εμποδίζει τη διαδικασία του γκριζαρίσματος των μαλλιών – τουλάχιστον σε ποντίκια. Παρόλα αυτά, η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Antioxidants, ανοίγει τον δρόμο για περαιτέρω μελέτες γύρω από το πώς η διατροφή μας μπορεί να επηρεάσει την υγεία των μαλλιών μας.

Γιατί γκριζάρουν τα μαλλιά;

Στην πραγματικότητα, βέβαια, χρησιμοποιούμε καταχρηστικά τον όρο «γκριζάρουν», αφού απλά κάποιες τρίχες χάνουν τη χρωστική τους με το πέρασμα του χρόνου. Ανακατεμένες με τις υπόλοιπες, δίνουν την αίσθηση του γκρίζου χρώματος. Πάμε όμως στη συνέχεια! Ο αποχρωματισμός των μαλλιών είναι μια φυσιολογική διαδικασία που συμβαίνει καθώς μεγαλώνουμε. Η βασική αιτία είναι η μείωση της παραγωγής μελανίνης, της χρωστικής ουσίας που δίνει χρώμα στα μαλλιά μας. Τα μελανοκύτταρα, τα κύτταρα που παράγουν τη μελανίνη, σταδιακά εξαντλούνται και σταματούν να λειτουργούν αποτελεσματικά. Όταν αυτό συμβεί, τα μαλλιά χάνουν το φυσικό τους χρώμα και αποκτούν γκρι ή λευκή απόχρωση.

Διάφοροι παράγοντες μπορούν να επιταχύνουν αυτή τη διαδικασία, όπως:

Γενετική προδιάθεση: Αν οι γονείς σας γκριζάρισαν νωρίς, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να συμβεί και σε εσάς.
Οξειδωτικό στρες: Η συσσώρευση ελεύθερων ριζών στο σώμα μπορεί να βλάψει τα μελανοκύτταρα και να επιταχύνει το γκριζάρισμα.
Διατροφικές ελλείψεις: Έλλειψη βιταμινών Β12, D, χαλκού και σιδήρου μπορεί να παίξει ρόλο στην πρόωρη απώλεια χρώματος.
Ορμονικές αλλαγές: Η γήρανση επηρεάζει την ισορροπία των ορμονών, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει και την παραγωγή μελανίνης.
Άγχος και τρόπος ζωής: Μελέτες δείχνουν ότι το χρόνιο στρες μπορεί να συμβάλει στην ταχύτερη απώλεια του φυσικού χρώματος των μαλλιών.

Τι έδειξε η έρευνα για τη λουτεολίνη;

Οι επιστήμονες διεξήγαγαν ένα πείραμα χρησιμοποιώντας ποντίκια που είχαν γενετική προδιάθεση να γκριζάρουν με την ηλικία – κάτι αντίστοιχο με εμάς τους ανθρώπους. Για 16 εβδομάδες, τους χορηγήθηκαν διαφορετικά αντιοξειδωτικά, μεταξύ των οποίων και η λουτεολίνη, είτε μέσω διατροφής είτε τοπικά στο δέρμα τους. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: τα ποντίκια που έλαβαν λουτεολίνη διατήρησαν σημαντικά περισσότερο το φυσικό τους χρώμα, σε σχέση με εκείνα που δεν την έλαβαν.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η δράση της λουτεολίνης οφείλεται στην επίδρασή της στις ενδοθηλίνες, πρωτεΐνες που παίζουν ρόλο στη διατήρηση των μελανοκυττάρων – των κυττάρων που δίνουν χρώμα στα μαλλιά μας. Όσο περισσότερα μελανοκύτταρα διατηρούνται, τόσο πιο αργά γκριζάρουν τα μαλλιά μας.

Ισχύει το ίδιο για τους ανθρώπους;

Εδώ τα πράγματα γίνονται λίγο πιο περίπλοκα. Παρόλο που υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ ανθρώπων και ποντικιών ως προς το πώς γκριζάρουν τα μαλλιά, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι ο ανθρώπινος οργανισμός είναι πιο περίπλοκος. Η γενετική παίζει καθοριστικό ρόλο στο πότε και σε ποιο βαθμό θα γκριζάρουν τα μαλλιά μας, ενώ άλλοι παράγοντες, όπως το στρες και οι διατροφικές ελλείψεις, μπορούν επίσης να επιταχύνουν τη διαδικασία. «Ενώ η έρευνα δείχνει ότι η λουτεολίνη μπορεί να επηρεάσει τη διαδικασία της μελάγχρωσης στα ποντίκια, δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα στους ανθρώπους», εξηγεί η δερματολόγος Kristina Collins, MD. «Το γκριζάρισμα των μαλλιών είναι πολυπαραγοντικό και επηρεάζεται από γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες».

Πρέπει να αυξήσουμε την κατανάλωση λουτεολίνης;

Αν και η λουτεολίνη φαίνεται να έχει θετική επίδραση στο τρίχωμα των ποντικιών, δεν υπάρχουν ακόμη κλινικές μελέτες που να επιβεβαιώνουν την ίδια δράση στους ανθρώπους. Οι ειδικοί προτείνουν να περιμένουμε περισσότερη έρευνα πριν καταφύγουμε σε συμπληρώματα λουτεολίνης – τουλάχιστον γι’ αυτόν τον σκοπό. Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην εντάξουμε περισσότερα λαχανικά στη διατροφή μας! Πλούσιες πηγές λουτεολίνης είναι το σέλινο, η πράσινη πιπεριά, το μπρόκολο, τα καρότα, το ελαιόλαδο, τα παντζάρια, το λάχανο, το κουνουπίδι και το σπανάκι. Εκτός από την πιθανή δράση της στη διατήρηση του χρώματος των μαλλιών, η λουτεολίνη έχει γενικά αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές ιδιότητες που ωφελούν τη συνολική μας υγεία.

[mc4wp_form id="278"]