
Στην αρχή της εβδομάδας, μιας εβδομάδας αφιερωμένης στα μικρά βιβλιοπωλεία των γειτονιών της Αθήνας – αλλά και της επαρχίας – διαβάσαμε και μοιραστήκαμε με άλλους φανατικούς αναγνώστες την είδηση ότι ένα βιβλιοπωλείο που μετράει παρουσία πολλών χρόνων, θα αναγκαστεί να κλείσει εξαιτίας του πιο πεζού και πιο συνηθισμένου λόγου που είναι η απάντηση σχεδόν σε κάθε εύρεση αιτίας κάθε φορά που ένας χώρος πολιτισμού κλείνει: Της ανάπτυξης.
Κι εδώ κάπου αρχίζει μια μορφή πένθους και μια ανταλλαγή μηνυμάτων με τη λέξη κρίμα στην αρχή της πρότασης και ξανά στο τέλος της. Σκέφτομαι – με πολύ κλισέ διάθεση – πως κάθε φορά που κλείνει ένας χώρος που φιλοξενεί γράμματα και ταξίδια μέσα από αυτά, γινόμαστε όλο και πιο άτυχοι – κάτι που θα αντιληφθούμε σε ένα μέλλον που δεν ανήκει μόνο σε εμάς, μα κυρίως σε εκείνα τα παιδιά που έρχονται.
Σκέφτομαι τι είναι για εμένα το μικρό βιβλιοπωλείο και θυμάμαι πως έχω δουλέψει σε ένα τέτοιο, σε ένα μικρό στην επαρχία, και θα αναπολώ πάντα τους κύκλους ιστοριών που κάναμε. Γνώρισα ανθρώπους του βιβλίου, ανθρώπους με βιβλιοθήκες – δωμάτια στο σπίτι τους, ανθρώπους που διαβάζουν με τη μανία της τελειομανίας τους, ανθρώπους που επισκέπτονταν το αγαπημένο τους βιβλιοπωλείο κάθε εβδομάδα σε ένα ραντεβού με τον εαυτό τους… Γνώρισα πολλούς ανθρώπους και συνδέθηκα. Και συνδεθήκαμε όλοι κάτω από το προστατευτικό πέπλο ενός χώρου που αγκαλιάζει την έκφραση.
Πάνω κάτω μου είπε τα ίδια και η Νατάσα που έκανε το βήμα και άνοιξε ένα μικρό βιβλιοπωλείο στη γειτονιά της Κυψέλης, τον Μικρό Πρίγκιπα, που δυστυχώς θα αναγκαστεί να κλείσει στα τέλη Ιουνίου. Στην πρώτη της συμμετοχή – και ίσως στην τελευταία, τουλάχιστον με τον Μικρό της Πρίγκιπα – στο αγαπημένο βιβλιοφιλικό φεστιβάλ, πέρασε πολύ ωραία και βίωσε την υποστήριξη και το μοίρασμα του συλλογικού οράματος. Κι ακόμα κι αν τα νέα δεν είναι τόσο καλά, τα όμορφα ήταν εκείνα που μου τόνισε, τα όμορφα που έζησε με τους ανθρώπους, ακόμα και με εκείνους που περνούσαν για ένα «γεια».

«Ήθελα, να δημιουργήσω έναν χώρο συνάντησης ανθρώπων, μια σύνδεση, γιατί έχουμε πάρα πολύ ανάγκη την επαφή σήμερα»
Τη ρωτάω τι σημαίνει ένα μικρό βιβλιοπωλείο για την ίδια και τι την οδήγησε να ανοίξει το δικό της: «Για εμένα είναι μια γωνιά που πηγαίνεις, και έχεις αυτήν την δημιουργική ανησυχία του να ψάξεις να βρεις τίτλους, τίτλους που ενδεχόμενως δεν ξέρεις. Δηλαδή, εγώ πήγαινα να αγοράσω ένα και τελικά έφευγα με τρία αγκαλιά. Επίσης, βλέπεις και γνωρίζεις τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο ή τους ανθρώπους που το τρέχουν κι έτσι δημιουργείται μια πιο προσωπική επαφή, γίνεται ένα μοίρασμα. Εγώ σαν πελάτισσα – πριν ανοίξω τον δικό μου χώρο που πήγαινα στα μικρά της γειτονιάς, αυτό ένιωθα. Και αυτό ουσιαστικά συνέβη και στον δικό μου χώρο, δηλαδή με αυτό το σκεπτικό είχα σκεφτεί να τον ανοίξω.
Γενικά, εγώ ήθελα να ανοίξω ένα χώρο για να συνδυάσω πράγματα που αγαπώ, όπως το βιβλίο,την τέχνη και τη διδασκαλία μέσα από τα εργαστήριά μου. Γιατί είμαι και κεντίστρια από το 2020 και τρέχω ένα project κεντήματος μέσα από μια πορεία με εργαστήρια και με pop-up markets. Έγινε λοιπόν, μια όμορφη ανάγκη να υπάρξει προσωπικός χώρος, να μην πηγαίνω σε άλλους χώρους, και να δώσω μέσα στο βιβλιοπωλείο την προσωπική μου ταυτότητα. Αναρωτήθηκα ακόμα πώς θα μπορούσα να το συνδυάσω βάζοντας και άλλα πράγματα μέσα, όπως είναι χειροποίητες δημιουργίες άλλων καλλιτεχνών και τεχνητών, που γνωρίζω, είμαστε φίλοι, έχουμε συνεργαστεί, και φυσικά βιβλία. Πολλά βιβλία. Ήθελα, να δημιουργήσω έναν χώρο συνάντησης ανθρώπων, μια σύνδεση, γιατί έχουμε πάρα πολύ ανάγκη την επαφή σήμερα».
«Αυτό που ήθελα να γίνει τόπος συνάντησης και σύνδεσης μεταξύ των ανθρώπων, έγινε»
Η επόμενή μου ερώτηση είναι αν τελικά τα κατάφερε, αν κατάφερε να χτίσει αυτή τη σύνδεση που όλοι αποζητάμε. Μου απαντά: «Αυτό επετεύχθη γενικότερα, γιατί η γειτονιά αγκάλιασε, ήρθε, αγόρασε βιβλία για τα παιδιά της, συμμετείχε στα εργαστήρια, πέρναγε έλεγε ένα καλημέρα… Και μιλάω για όλες τις ηλικίες. Για παράδειγμα, μια κυρία, 74 ετών, είχε χαρεί τόσο πολύ που άνοιξε το βιβλιοπωλείο στη γειτονιά της, που αναπτύξαμε μια πιο ουσιαστική σχέση, μου έφερνε πραγματάκια, μου έφερνε και φαγητό. Ήρθαν στο βιβλιοπωλείο άνθρωποι από την ευρύτερη περιοχή της Κυψέλης, τα Εξάρχεια, το Γκύζη, δηλαδή, ήρθαν, συμμετείχαν στα εργαστήρια, ξαναήρθαν… Για μένα αυτό είναι πάρα πολύ τιμητικό. Ακόμα και από τον Πειραιά, το Παγκράτι, τη Νέα Σμύρνη, που είναι μακριά. Κι όμως αφιέρωσαν τον χρόνο τους να έρθουν, να συμμετάσχουν σε μια δράση, να κάνουν έστω μια αγορά. Τελικά, αυτό που ήθελα να γίνει τόπος συνάντησης και σύνδεσης μεταξύ των ανθρώπων, έγινε».

«Η γειτονιά με στήριξε πολύ»
«Ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Γιατί ξέρουν τον κόπο που κρύβει όλο αυτό, ξέρουν την αγάπη, μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες, την ίδια αγάπη για το βιβλίο, πολλές φορές, ακόμα και τα ίδια γούστα. Και αυτό είναι πολύ όμορφο, γιατί μιλάμε για κάτι παρόμοιο και εκεί, τσουκ, πάλι συνδεόμαστε».
Τη ρωτάω για τη γενική εμπειρία της στην αγορά και στη διατήρηση μιας μικρής επιχείρησης στην Ελλάδα του σήμερα: «Όλο το γύρω-γύρω είναι πάρα πολύ δύσκολο. Είναι σαν να κολυμπάς σε θάλασσα με καρχαρίες. Και επίσης, η συνθήκη με τα ενοίκια είναι ακόμα πιο τραγική. Όλοι αυτοί οι λογαριασμοί, η ακρίβεια. Ο κόσμος δεν αγοράζει πράγματα, τα οποία δεν καλύπτουν μία ανάγκη του, μία πρακτική ανάγκη. Το βιβλίο είναι μια πιο πνευματική ανάγκη και έχει γίνει και λίγο πολυτέλεια, λοιπόν, κι αυτό. Είναι, έχει γίνει λίγο πολυτέλεια. Κλείνουν αρκετά βιβλιοπωλεία, τα οποίο μπορεί να μην κοινοποιείται, να μη μαθαίνεται. Δυστυχώς είναι κάτι που συμβαίνει».
Της ζητάω μια τελευταία σκέψη, κάτι τελευταίο που έχει ανάγκη να μοιραστεί: «Αν οι συνθήκες της χώρας με οδηγούν να κλείσω έναν κύκλο, θα κρατήσω τα καλά και μόνο, τους ανθρώπους δηλαδή».
*Το μικρό βιβλιοπωλείο Μικρός Πρίγκιπας, θα μείνει για λίγο ακόμα στα στενά της Κυψέλης, για τον πρώτο μήνα του καλοκαιριού. Μια βόλτα λοιπόν και ένα απλό «γεια», είναι απαραίτητα.
Βιβλιοπωλείο Μικρός Πρίγκιπας – Φαιδριάδων 11, Αθήνα, Άνω Κυψέλη, 113 64