
Τον Χρήστο Ρουμελιώτη, τον ανακάλυψα, και λέω ανακάλυψα καθώς κάθε φορά που πηγαίνω σε ένα Printed Athens ART Weekend στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, η αγαπημένη μου στιγμή είναι ο ενθουσιασμός μπροστά από έναν πάγκο ενός καλλιτέχνη που θα προσθέσω την ίδια στιγμή στη λίστα μου στο Instagram, για να μην τον ξεχάσω μέχρι την επόμενη έκθεση. Γρήγορα είδα πως ζωγραφίζει και ζωντανεύει ήρωες και χρώματα σε σχολεία όλης της Ελλάδας, γεγονός που μου τράβηξε την προσοχή. Έχω μαθητές που συνηθίζουν να μου περιγράφουν το σχολείο τους και ποτέ δεν ξεχνούν να μου μιλήσουν για την τέχνη που τα περιβάλλει σε κάθε διάλειμμα και παιχνίδι. Και ξέρουν πάντα να μου περιγράψουν τις ζωγραφιές με τον μοναδικό και τρυφερό τρόπο που μόνο αυτοί ξέρουν κι εγώ τότε είναι που ελπίζω και αντιλαμβάνομαι το χάδι της δημόσιας τέχνης.
Η πόλη είναι ο καμβάς ενός καλλιτέχνη με άπειρες φωνές και χρώματα. Κάθε καλλιτέχνης που χαρίζει στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης του τη φωνή του, χαρίζει απλόχερα και ένα κομμάτι της τρυφερότητάς του. Άλλωστε, η τρυφερότητα, αυτή η τόσο απλή πράξη, είναι που φωτίζει μια γκρίζα καθημερινότητα ανάμεσα σε κορναρίσματα και εξαντλημένες φωνές. Η δημόσια τέχνη λοιπόν, αυτή που ανακαλύψαμε πρώτη φορά στα σπήλαια και στις τοιχογραφίες πολιτισμών όπως αυτός των Μάγια, έχει τον πρώτο λόγο όσον αφορά στην πολιτιστική μας συνείδηση. Εκπαιδευόμαστε σε καθημερινή βάση, σε κάθε γωνία που αξίζει να ζωγραφιστεί, συνομιλούμε με καλλιτέχνες που μας δίνουν τη φωνή τους, φωτογραφίζουμε και μοιραζόμαστε κάτι που μας άγγιξε, θεραπευόμαστε στιγμιαία αλλά αρκετά ώστε η μέρα να συμβαδίσει με τις αντοχές μας.

Ο Χρήστος Ρουμελιώτης λοιπόν, με το πληθωρικό καλλιτεχνικό βιογραφικό του, μου μίλησε για το πώς συμμετέχει και ο ίδιος στον καλλιτεχνικό διάλογο ανάμεσα στην πόλη και τους κατοίκους, αλλά μου τόνισε και πόση σημασία έχει αυτή η συνομιλία σε καιρούς που ξεχάσαμε να είμαστε αθώοι και να κοιτάζουμε γύρω και πέρα από τους εαυτούς μας.
Από πολύ μικρή ηλικία ξεκίνησε σε δημόσιους χώρους να εκφράζεται μέσω της ζωγραφικής. Έκανε γκράφιτι, ζωγράφιζε πρόσωπα και σχεδίαζε οτιδήποτε άλλο μπορούσε να εκφράσει με τα χρώματά του. Στη συνέχεια, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε Πάτρας και συνέχισε με το να εργαστεί για λίγο καιρό σε αρχιτεκτονικό γραφείο που αποτύπωναν αρχαίους ναούς και μνημεία σε όλη την Ελλάδα. Ασχολήθηκε με το θέατρο, τα σκηνικά, παραγωγές, ζωγραφική. Συμμετείχε σε εκθέσεις και ταυτόχρονα έχει ζωγραφίσει πάνω από 300 σχολεία σε όλη τη χώρα. Όσο για το τελευταίο, σημειώνει πως αποτελούν κι αυτές οι ζωγραφιές ένα είδος τέχνης που συνομιλεί με τον δημόσιο χώρο. «Αυτή η δράση όχι μόνο προσθέτει μια διαφορετική αίσθηση στα σχολεία, αλλά τα βλέπει να εντάσσονται στο κλίμα της πόλης κάτι που λειτουργεί ταυτόχρονα και για τους μικρούς αλλά και για τους μεγάλους. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει μία μορφή έκφρασης μέσα στην πόλη που να εκφράζει το σημείο που βρίσκεται, γιατί αντίστοιχα όπως στα σχολεία, έτσι και σε μια κεντρική πλατεία μπορεί μια ζωγραφιά να περνάει μηνύματα της καθημερινότητας αλλά και όσον αφορά σε θέματα ηθικής και αξιών, που έτσι να τα εντοπίζουμε και να μην τα αφήνουμε να χάνονται στην πάροδο του χρόνου».

«Πώς ορίζεις εσύ το έργο ενός καλλιτέχνη που αφήνει το αποτύπωμά του στον δημόσιο χώρο;», τον ρωτάω. Με διαβεβαιώνει πως η τέχνη είναι δίπλα μας για να μας επηρεάζει. Και συνεχίζει: «Η σκέψη ενός καλλιτέχνη γίνεται φωνή, αποτυπώνεται πάνω σε έναν τοίχο και γίνεται φωνή για άλλο το κόσμο. Ένας καλλιτέχνης βρίσκεται εκεί για να αποτυπώσει όσα δεν μπορεί να σκεφτεί κανείς, επειδή η καθημερινότητα και οι γρήγοροι ρυθμοί της δεν του αφήνουν περίσσιο μυαλό για έκφραση και ερμηνεία. Σε αυτό συνοψίζεται ο ρόλος του καλλιτέχνη».
Μιλήσαμε για την Αθήνα και τα χρώματα που απλώνονται στους δρόμους της. Για τον Χρήστο, η Αθήνα έχει κάνει καλλιτεχνικά άλματα τα τελευταία χρόνια και σχεδόν σε κάθε δρόμο της μπορούμε να βρούμε σε προσφορά και να απολαύσουμε ένα μικρό κομμάτι καλλιτεχνίας. Από μια τεράστια πρόσοψη πολυκατοικίας, μέχρι μια μικρή φράση σε ένα παγκάκι. Του αρέσουν όλα όσα βλέπει στους δρόμους της πόλης του και μάλιστα από το μικρότερο στο μεγαλύτερο σχέδιο, βρίσκει ότι υπάρχει μια σπουδή που ερμηνεύεται σε μέγεθος και έκφραση.

Θυμάται ότι ξεκίνησε την πορεία του στον χώρο των εικαστικών με το γκράφιτι. Ήταν η πρώτη δημόσια έκφραση των συναισθημάτων του. Ξεκίνησε με την προσωπική του υπογραφή και αργότερα ανέπτυξε έναν χαρακτήρα, μια ιστορία για την επιλογή του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού ονόματος. Και σιγά σιγά, μου περιγράφει, πως αυτή η ιστορία εξελίσσεται και την καλλιεργείς και φτάνει στο σημείο όπου γίνεται καθαρά ζωγραφική.
Η τέχνη στους δρόμους της Αθήνας έχει πάψει να θεωρείται βανδαλισμός, έχει ξεπεράσει την ταμπέλα της γραφικότητας και αποτελεί έναν τρόπο έκφρασης και φυγής από την πραγματικότητα. Ο Χρήστος μου λέει πως η τέχνη είναι θεραπευτική και αναπόσπαστο κομμάτι της διαμόρφωσης της συμπεριφοράς μας σε έναν κόσμο που έχει ξεχάσει να χαμογελά και να μοιράζεται: «Αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε είναι ότι η τέχνη γίνεται κομμάτι της καθημερινότητάς μας και πως αν δουλεύεις σε ένα γραφείο και από το παράθυρο σου βλέπεις ένα πρόσωπο κι ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο πάνω του, αυτομάτως έχεις μια καλή ημέρα και αυτό μπορεί να σου αλλάξει ακόμα και όλη την εβδομάδα και να σου δώσει τη διάθεση να συνεχίσεις και να πεις μια «Καλημέρα» στον διπλανό σου». Αμέσως μου έρχεται στο μυαλό πως αντέχω την Πατησίων μέρα μεσημέρι σε ένα γεμάτο λεωφορείο, επειδή σηκώνω τα μάτια και βλέπω την τεράστια ζωγραφιά στην Πλατεία Αμερικής με γράμματα που σχηματίζουν έναν στίχο του ΛΕΞ: «Αυτή η πόλη είναι σπίτι μου απ’ άκρη σ’ άκρη».

Τον Χρήστο Ρουμελιώτη τον βρίσκουμε στο ατελιέ του στην Κυψέλη, μια περιοχή που έχει ανθίσει τα τελευταία χρόνια. Ζωγραφίζει και δημιουργεί καθημερινά, μελετώντας πολύ τα θέματα που τον ενδιαφέρουν από την αρχαία Ελλάδα, τη Βυζαντινή τέχνη, αλλά και τη σύγχρονη, πάντοτε μέσα από μια παιδικότητα, με την οποία θέλει να ποτίσει τη σημερινή ματιά των ανθρώπων που υστερεί και έτσι πλήττει μέσα στην ενηλικίωσή της. Ζωγραφίζει σε καμβάδες και κεραμικά και δεν ξεχνάει ποτέ το παιδί μέσα του, δηλαδή την ελπίδα του.
Βρείτε τον και αγοράστε τις γοργόνες του, στην Κυψέλη και στην οδό Κερκύρας 140.