«Όλα τα Πάσχα μου αρέσουν», είπε η Γ., ετών 8. Και μου αρέσουν γιατί είναι μια γιορτή, που γίνεται μακριά από τα αυτοκίνητα και τα φανάρια. Αλλά κι όλες οι μέρες που λέγονται Μεγάλες μού αρέσουν γιατί είμαστε στο σπίτι στο χωριό και δε χρειάζεται να με κρατάει κανείς από το χέρι. Μπορώ μόνη μου εκεί να εξερευνώ τη φύση και τα ζώα.

Η μαμά της γιαγιάς μου, η προ-γιαγιά μου, είναι λίγο λυπημένη, αλλά γίνεται χαρούμενη πάλι, όταν ανάβουμε τις λαμπάδες και τσουγκρίζουμε τα αβγά. Όλο μαζεύει λουλούδια και τα βάζει σε μεγάλα ποτήρια, έξω από τα παράθυρα. Μετά μου λέει για μια μυστική συνταγή για κουλούρια, αλλά εγώ λιγάκι βαριέμαι. Δεν της το δείχνω όμως για να μη λυπάται κι άλλο.

Ξέρω κάποια πράγματα για το Πάσχα, αλλά δεν είμαι και σίγουρη. Είναι κάτι σαν έθιμο, όπως το χριστουγεννιάτικο δέντρο, αλλά μου αρέσει περισσότερο, γιατί η Τετάρτη δεν μοιάζει με την Πέμπτη και η Κυριακή πάντα είναι σαν καλοκαίρι.

Το Σάββατο, όλοι λένε «Καλή Ανάσταση» και μάλλον εννοούν κάτι άλλο. Ή εννοούν αυτό ακριβώς, αλλά μεταφορικά. Ξέρω τι σημαίνει κυριολεξία και μεταφορά, μας έχει μιλήσει η κυρία Κορίνα. «Καλή Ανάσταση» σημαίνει μάλλον να αγαπάς, να λες «γεια σας, παιδιά» κι ας μην ξέρεις τα ονόματα αυτών των παιδιών, όπως κάνει ο παππούς. Σημαίνει να χαμογελάς και να ζωγραφίζεις παπαρούνες για ανθρώπους, που δεν έχουν δει ποτέ αυτό το λουλούδι. Ο κύριος Άγγελος, ο δάσκαλος, λέει ότι ανάσταση σημαίνει να μην αφήνεις να γίνονται πόλεμοι. Πώς να μην αφήνουμε, τον ρώτησα και μου είπε με τις πράξεις μας.

Γι’ αυτό τα Πάσχα γιορτάζονται πάντα την άνοιξη. Είναι όλα πανέμορφα και πώς να μη μου σπάει τα νεύρα ο πόλεμος, ο χαζός;

Στο χωριό, δεν αρέσει σε κανέναν να είναι χάλια ο πλανήτης. Σε αυτό το χωριό, που πάμε πάντα το Πάσχα. Κι εγώ τρέχω και δε μου λέει κανείς «πρόσεχε», γιατί οι δρόμοι είναι όμορφοι και παλιά ήταν δρόμοι μόνο για τα γαϊδουράκια. Κυλιέμαι στο χώμα και μετά η προ-γιαγιά μου λέει «να, στη μύτη σου, κόλλησε θυμάρι, στα μαλλιά σου, δενδρολίβανο, στα παπούτσια σου, πικροδάφνη. Όλα τα ξέρει αυτή η γιαγιά με το μαντίλι.

Όταν τελειώνει το Πάσχα και επιστρέφουμε στην Αθήνα, νιώθω ότι λείπαμε 456 χρόνια και στεναχωριέμαι, που δεν κρατάνε για πάντα τα λουλούδια και οι φωνές των ανθρώπων, όταν λένε «καλή Ανάσταση» και βαριέμαι να περιμένω δώδεκα μήνες για να ξαναγίνουν όλα ανθισμένα και να ακουστούν ξανά οι λέξεις «ανάσταση, αγάπη, ειρήνη, χαρά, υγεία, καλή καρδιά».

Τα Πάσχα είναι ωραία, αλλά δεν αρέσουν πολύ σε αυτούς, που αγαπάνε πιο πολύ από όλους κι από όλα τον εαυτό τους. Έτσι λέει η προ-γιαγιά μου και μετά λέει «θεέ μου, συγχώρα με».

[mc4wp_form id="278"]