Κάθε Πάσχα, σχεδόν, βρίσκομαι στο ίδιο μέρος. Το επιλέγω. Κάθε χρόνο, ανακαλύπτω κάτι λιγότερο ή περισσότερο. Πιο ψηλές οι τριανταφυλλιές, πιο παλιό το σπίτι. Πιο γιαγιά η γιαγιά, πιο σύντομες οι μέρες. Αλλά εγώ, εκεί, πάντα σε αυτό το χωριό. Για να θυμάμαι, για να συνδέομαι, για να ψηλαφώ τον μελλοντικό εαυτό μου. Έτσι νομίζω.

Πάμε τώρα στο τραπέζι της Λαμπρής, που, όταν ήμουν μικρή, λίγα πράγματα σε γεύση μου άρεσαν, αλλά το περίμενα πώς και πώς αυτό το τραπέζι. Γιατί ήμασταν στην αυλή, γιατί «έλυναν και έδεναν» οι παππούδες μου. Γιατί δεν νύχτωνε με τίποτα.

Σκέψη πρώτη

Η ζωή συνεχίζεται. Αυτό επιτάσσει η ορθή λογική, αλλά ωραία που ήταν, όταν τα ποτήρια γέμιζαν με το χρυσοκαφέ κρασί του παππού. Ο ίδιος το δικό του μερίδιο το νέρωνε, αλλά και χωρίς νερό, εκείνο το κρασί είχε μέσα του μια μακραίωνη δόξα.

Σκέψη δεύτερη

Η γιαγιά μού εύχεται, «άντε και του χρόνου ‘’διπλή’’». Δε θυμώνω, δεν λέω το απλό «μα, με τον Χ. είμαστε ήδη οικογένεια. Δεν είμαστε ελλιπείς». Η γιαγιά μου έτσι έμαθε.

Σκέψη τρίτη

Οι φραγκόκοτες, που κυριαρχούν πια δικαίως στο περιβόλι, αρνούνται τη θανάτωση από ανθρώπινο χέρι. Έχουν με το μέρος τους και τις κότες.

Σκέψη τέταρτη

Κατάχρηση κινητού τηλεφώνου. Δύστροπη εικόνα. Δίπλα σε μια φύση ασυγκράτητη και γενναία. Ευτυχώς κρατάει γερά η γιαγιά. Η μόνη. Δεν ακούει σχεδόν τίποτα. Αποκαλεί το κινητό «μαναστηριακό», κάτι σαν «αναθεματισμένο».

Σκέψη πέμπτη

Να κάτσω να γράψω τις λέξεις πριν χαθούν. Να βρω τρόπο να περιγράψω πειστικά τη μυρωδιά του απογεύματος.

Σκέψη έκτη

Πώς θα μιλάμε για την ανθρωπιά πλέον; Τι σχήμα θα έχει το πρόσωπό μας, τι θερμοκρασία η πίστη μας;

Σκέψη έβδομη

Ας μην παλιώνουμε, όπως τα σπίτια. Ακούς, μπαμπά;

Σκέψη όγδοη

Να παρατηρούμε.

Σκέψη ένατη

Όταν ήμουν παιδί, περπατούσα ξυπόλητη στο βρεγμένο χώμα. Γιατί μου αρέσει ακόμη;

Σκέψη δέκατη

Να είμαστε καλά. Να κοιτάζουμε προς το Βουνό της Χωμήριανης. Στη μεγάλη κορυφή. Με περίσσευμα ανάτασης, αντίστασης, επανάστασης.

Καλό Πάσχα!

[mc4wp_form id="278"]