Κουβαλώ ακούραστα ό,τι μου θυμίζει φως. Τις πολύ πρωινές θάλασσες, την αναδόμηση των δρόμων την άνοιξη, τα πρόσωπα που τα κυριεύει ένα παιδεμένο χαμόγελο. Το φως που αντιστέκεται αλύπητα. Το φως.
Κάθε χρόνο, την Αλίκη τη σκέφτομαι όλο και με λιγότερες λέξεις. Τη σκέφτομαι δίπλα σε τόπους και μήνες, προέκταση μιας λιτής γεωμετρίας, ανίκητη σε έναν μετα-χρόνο, στον οποίο ζει κανονικά, τρώει, ερωτεύεται, αγκαλιάζει τη φθορά της.
Ιδανικός τόπος αθανασίας η Ίος ή η Αντίπαρος. Συμβατό σώμα με την απόλυτη κυκλαδίτικη ασπρίλα. Χωρίς παπούτσια, χωρίς τσάντα, χωρίς γυαλιά ηλίου. Μόνο με κοχύλια και πήλινα λαγήνια. Και όλους τους αέρηδες να τη ριζώνουν στο μέλλον. Κι εκείνη να χαίρεται.
Η Αλίκη, όταν δεν την έβλεπε κανείς, κάτι ελάχιστες στιγμές, κοιμόταν κάτω από ελιές και πεύκα. Ονειρευόταν να ζήσει από την αρχή, συμμετέχοντας στη μοίρα της. Μιλούσε, κυρίως, με λυπημένα φωνήεντα. Μπάσα και αληθινά. Το φως παρέμενε φως.
Τη μοναδική φορά που την είδα, ήταν ήδη στην πιο «ψηλή κορυφή της Αντίπαρου». Έτοιμη για το μέλλον. Ήμουν παιδί ανάμεσα σε πολλά άλλα παιδιά. Αυτό καταλάβαμε, αυτό έγινε. Στην απογείωσή της, μάς χάρισε μωβ ανεμώνες και τη ζωή που δεν έζησε.
Τα έχω ακόμη.

*Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 και πέθανε στις 23 Ιουλίου 1996. Έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς, δημοσιογράφους, αλλά κι από σκηνοθέτες ως ένα πανευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο φαινόμενο, διότι καμία άλλη ηθοποιός δεν ήταν τόσο αγαπητή και δημοφιλής στο κοινό μιας χώρας για τόσο μεγάλη χρονική περίοδο, όσο εκείνη.
Φωτογραφίες: Finos Film
