Στη Ρώμη, το ιταλικό κοινοβούλιο ψήφισε ομόφωνα τη θέσπιση της γυναικοκτονίας ως ξεχωριστού αδικήματος, το οποίο θα τιμωρείται πλέον με ισόβια κάθειρξη. Η απόφαση ελήφθη συμβολικά την Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, στέλνοντας μήνυμα μηδενικής ανοχής στη βία λόγω φύλου.

Η συζήτηση για τον νόμο αυτό υπήρχε εδώ και καιρό στην Ιταλία, όμως η δολοφονία της Giulia Cecchettin από τον πρώην σύντροφό της συγκλόνισε τη χώρα και επιτάχυνε τις εξελίξεις. Τον Νοέμβριο του 2023, η 22χρονη μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον Filippo Turetta, ο οποίος στη συνέχεια εγκατέλειψε το σώμα της σε μια λίμνη.

Χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν έξω από την εκκλησία όπου τελέστηκε η κηδεία της Giulia Cecchettin, αποτίοντας φόρο τιμής. Η υπόθεση έμεινε στην επικαιρότητα μέχρι τη σύλληψη του δράστη, όμως ήταν η δημόσια παρέμβαση της αδελφής της, Elena Cecchettin, που άγγιξε βαθιά την κοινωνία.

Η Elena υπογράμμισε ότι ο δολοφόνος δεν ήταν «τέρας», αλλά «υγιής γιος μιας πατριαρχικής κοινωνίας», λόγια που κινητοποίησαν μαζικές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα και ενίσχυσαν το αίτημα για αλλαγή.

Νέα νομοθεσία και κοινωνικός αντίκτυπος

Δύο χρόνια μετά το έγκλημα, οι βουλευτές ψήφισαν τον νόμο περί γυναικοκτονίας έπειτα από μαραθώνια συνεδρίαση. Η Ιταλία γίνεται έτσι μία από τις ελάχιστες χώρες που αναγνωρίζουν τη γυναικοκτονία ως διακριτό αδίκημα. Την πρωτοβουλία είχε η πρωθυπουργός Giorgia Meloni, με στήριξη τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση, ενώ πολλοί βουλευτές φορούσαν κόκκινες κορδέλες ή σακάκια στη μνήμη των θυμάτων.

Από εδώ και στο εξής, κάθε φόνος γυναίκας με κίνητρο το φύλο θα καταγράφεται ως γυναικοκτονία. Όπως εξηγεί η δικαστής Paola di Nicola, μία από τις συντάκτριες του νόμου, «οι γυναικοκτονίες θα καταγράφονται, θα μελετώνται στο πραγματικό τους πλαίσιο, θα υπάρχουν». Η ίδια συμμετείχε σε επιτροπή που εξέτασε 211 πρόσφατες δολοφονίες γυναικών για να εντοπίσει κοινά χαρακτηριστικά.

Η δικαστής επισημαίνει ότι είναι λανθασμένο να ερμηνεύονται τέτοια εγκλήματα ως αποτέλεσμα «παθολογικής αγάπης» ή «ζήλιας», όροι που συσκοτίζουν τα πραγματικά κίνητρα εξουσίας και ιεραρχίας. Με τον νέο νόμο, η Ιταλία γίνεται η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που αποκαλύπτει τους αληθινούς λόγους πίσω από αυτά τα εγκλήματα.

Ορισμός, στατιστικά και αντιδράσεις

Σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει κοινός ορισμός για τη γυναικοκτονία, κάτι που δυσκολεύει τη σύγκριση στοιχείων. Ο ιταλικός νόμος καλύπτει φόνους που αποτελούν «πράξη μίσους, διακρίσεων, κυριαρχίας ή υποταγής γυναίκας ως γυναίκας», συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων όπου αυτή τερματίζει μια σχέση ή επιχειρεί να προστατεύσει τις ελευθερίες της.

Τα τελευταία αστυνομικά στοιχεία δείχνουν μικρή μείωση στις δολοφονίες γυναικών πέρυσι – 116 θύματα, εκ των οποίων οι 106 αποδίδονται σε κίνητρο φύλου. Μελλοντικά, τέτοιες υποθέσεις θα καταγράφονται ξεχωριστά και θα επισύρουν αυτόματα ισόβια κάθειρξη ως αποτρεπτικό μέτρο.

Ο πατέρας της Giulia, Gino Cecchettin, δηλώνει ότι δεν είναι βέβαιος αν ένας τέτοιος νόμος θα είχε σώσει την κόρη του, αφού ο δράστης καταδικάστηκε έτσι κι αλλιώς σε ισόβια. Θεωρεί όμως σημαντικό να ορίζεται και να συζητείται το πρόβλημα: «Παλιά πολλοί δεν ήθελαν καν να ακούν τη λέξη ‘γυναικοκτονία’. Τώρα μπορούμε να μιλάμε ανοιχτά – είναι ένα μικρό αλλά σημαντικό βήμα».

Ο ίδιος επικεντρώνεται στην εκπαίδευση. Μετά τη δολοφονία της Giulia ίδρυσε το Ίδρυμα Cecchettin, με στόχο την πρόληψη αντίστοιχων τραγωδιών μέσω ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.

Εκπαίδευση και προκλήσεις στην εφαρμογή

Ο Gino Cecchettin επισκέπτεται σχολεία και πανεπιστήμια μιλώντας στους νέους για τον σεβασμό και τα στερεότυπα γύρω από τις σχέσεις. Πιστεύει ότι αν οι νέοι λάβουν τα σωστά εφόδια διαχείρισης συναισθημάτων, δεν θα αναπαράγουν πρότυπα όπως ο «Σούπερμαν» ή ο «Μάτσο άντρας».

Ωστόσο, η εισαγωγή υποχρεωτικής συναισθηματικής και σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία συναντά αντιστάσεις – κυρίως από ακροδεξιούς βουλευτές που αποδέχονται μόνο προαιρετικά μαθήματα για μεγαλύτερους μαθητές. Το Ίδρυμα Cecchettin ζητά τα μαθήματα αυτά να ξεκινούν νωρίς, πριν τα παιδιά εκτεθούν στο διαδίκτυο.

Ο νέος νόμος έχει δεχθεί κριτική. Όταν παρουσιάστηκε αρχικά φέτος, μια ομάδα τον χαρακτήρισε «δηλητηριασμένο κεφτεδάκι». Η καθηγήτρια νομικής Valeria Torre, από το Πανεπιστήμιο Foggia, θεωρεί πως δεν υπάρχει νομικό κενό που να καλύπτει ο νόμος και ότι ο ορισμός της γυναικοκτονίας είναι υπερβολικά ασαφής για πρακτική εφαρμογή στα δικαστήρια.

Υπογραμμίζει ότι οι περισσότερες γυναίκες δολοφονούνται από νυν ή πρώην συντρόφους τους και πως η τεκμηρίωση του κινήτρου λόγω φύλου θα είναι δύσκολη. Εκτιμά ότι απαιτείται μεγαλύτερη οικονομική προσπάθεια για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στην Ιταλία παρά απλώς μια νέα νομοθεσία.

Ανισότητα φύλων και κοινωνική ευαισθητοποίηση

Ακόμη κι όσοι στηρίζουν τον νέο νόμο επισημαίνουν πως πρέπει να συνοδεύεται από ευρύτερα μέτρα κατά των έμφυλων ανισοτήτων. Τα προβλήματα αυτά αναδεικνύονται σήμερα μέσα από το προσωρινό έκθεμα Museum of the Patriarchy, στη Ρώμη – μια φαντασιακή απεικόνιση ενός κόσμου χωρίς πατριαρχία.

Η Ιταλία κατατάσσεται στην 85η θέση στον Δείκτη Παγκόσμιας Ισότητας Φύλων, σχεδόν χαμηλότερα από κάθε άλλη χώρα της ΕΕ, ενώ λιγότερο από το 55% των γυναικών εργάζονται. Σύμφωνα με την Fabiana Costantino της Action Aid Italy, στόχος είναι η πρόληψη της βίας μέσω της οικοδόμησης ισότητας – κάτι που απαιτεί αλλαγές σε όλα τα επίπεδα.

Στην έκθεση παρουσιάζονται μεταξύ άλλων μεγάφωνα που αναπαράγουν σεξιστικές προσβολές και ένας χώρος όπου προβάλλονται τα ονόματα των θυμάτων στους τοίχους. Όπως σημειώνει η Costantino: «Η βία είναι σαν πυραμίδα – πρέπει να καταστρέψουμε τη βάση για να εξαλειφθεί η κορυφή της, δηλαδή η γυναικοκτονία».

Kοινή πολιτική βούληση αλλά μακρύς δρόμος μπροστά

Η μαραθώνια συνεδρίαση του κοινοβουλίου ολοκληρώθηκε αργά το βράδυ με δέσμευση κυβερνητικού βουλευτή πως η βία κατά των γυναικών «δεν θα γίνει ανεκτή ούτε ατιμώρητη». Ο νόμος εγκρίθηκε πανηγυρικά από όλους τους 237 παρόντες βουλευτές.

«Αυτό αποδεικνύει ότι στη μάχη κατά της βίας κατά των γυναικών υπάρχει κοινή πολιτική βούληση», λέει η δικαστής Paola di Nicola, παραδεχόμενη ωστόσο πως υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος. Η ίδια θεωρεί ότι η Ιταλία αρχίζει επιτέλους να συζητά ουσιαστικά ένα πρόβλημα με βαθιές κοινωνικές ρίζες – κι αυτό αποτελεί ήδη ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την αλλαγή.

Πηγή: Lifo.gr

[mc4wp_form id="278"]